Την ενοχή του Βασίλη Ματθαιόπουλου για το ότι δεν κινητοποίησε τα πλοιάρια της Πυροσβεστικής με αποτελέσματα μέσω παραλείψεως να βρουν το θάνατο 9 άνθρωποι στη θάλασσα, αλλά και των Σωτήρη Τερζούδη και Ιωάννη Φωστιέρη για το σκέλος που αφορά στην αξιοποίηση των εναέριων μέσων έχει εισηγηθεί μέχρι αυτή την ώρα ο εισαγγελέας, ενώ έχει προτείνει την απαλλαγή κάποιων εκ των κατηγορουμένων για άλλες επιμέρους πράξεις.
«Αποδεικνύεται ότι όταν στις 19.00 ήρθε η πληροφορία για ανθρώπους στη θάλασσα, δεν δόθηκε από τον δεύτερο κατηγορούμενο Βασίλη Ματθαιόπουλο εντολή προς τον κ. Σταμούλη για τα πλοιάρια της Πυροσβεστικής, τα οποία αποδείχτηκε πως ήταν μάχιμα και έτοιμα να συνδράμουν. Υπήρξαν πολλοί άνθρωποι που αναζήτησαν καταφύγιο στη θάλασσα από τη φωτιά, υπήρξαν άνθρωποι που πνίγηκαν και υπήρξαν και άνθρωποι που περισυνελέγησαν πολλές ώρες μετά. Το ΕΣΚΕ γνώριζε ανθρώπων στη θάλασσα, τα πλοία ήταν διαθέσιμα και επανδρωμένα» είπε ο εισαγγελέας.
Μάλιστα, συμπλήρωσε ότι «η παράλειψή του να δοθεί εντολή στα πλοιάρια της Πυροσβεστικής να συνδράμουν σημαίνει τον θάνατο εννέα ανθρώπων στη θάλασσα».
Κατά τον εισαγγελέα, ο αρμόδιος και υπεύθυνος εκείνη την ημέρα για να κινητοποιήσει τα πλοιάρια ήταν ο δεύτερος κατηγορούμενος και όπως εξήγησε: «Η μη κινητοποίηση συνέβαλε στην πρόκληση των θανάτων των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους στη θάλασσα. Ως παράλειψη θα πρέπει να καταλογιστεί στον Βασίλη Ματθαιόπουλο και θα ζητήσω την ενοχή του για το σκέλος αυτό της κατηγορίας, ενώ θα ζητήσω να κηρυχθούν αθώοι οι Τερζούδης και Φωστιέρης».
Για το σκέλος της κατηγορίας που αφορούσε την ενημέρωση και κινητοποίηση των απαραίτητων φορέων για να συνδράμουν, ο εισαγγελέας εξήγησε ότι η παράλειψη αυτή αφορά μόνο τον Φίλιππο Παντελεάκο ως διευθυντή του κέντρου Πολιτικής Προστασίας, αλλά όπως εξήγησε: «Περί ώρα 19.30 μάρτυρας συνάντησε τον αρχηγό Λιμενικού και συνεργάστηκαν για τη διάσωση ανθρώπων στη θάλασσα. Ο αρχηγός του Λιμενικού Σώματος βρισκόταν αυτοπροσώπως στο Μάτι και συμμετείχε σε διάσωση. Το Λιμενικό ήταν ενήμερο. Οι υπηρεσίες ΕΛΑΣ ενημερώθηκαν έγκαιρα, κινητοποιήθηκαν δυνάμεις της Τροχαίας και της ΕΛΑΣ. Το ΚΕΠ διαβιβάζει την πληροφορία αλλά δεν έχει ρόλο στη διαχείριση των δυνάμεων και των πόρων. Το έλλειμμα διαχείρισης δυνάμεων στο πεδίο δεν μπορεί να αποδοθεί στο ΚΕΠ. Αποδείχθηκε ότι οι οικείες οφειλόμενες ενέργειες έγιναν και μάλιστα στο σωστό χρόνο. Οι κατηγορίες δε στοιχειοθετούνται και δεν αποδείχθηκαν».
Για την αξιοποίηση πυροσβεστικών οχημάτων
«Δεν μπορεί να γίνει λόγος για καθυστερημένη πρώτη επέμβαση. Η έγκαιρη μετάβαση και η σε πρώτη χρόνο ανακοπή αποδεικνύεται από την αποτροπή επέκτασης της σε χαράδρα. Το δεύτερο σημείο που θα ήθελα να σταθώ είναι ότι δεν επαρκούσαν οι επίγειες δυνάμεις. Σχεδόν σαν αξίωμα πρέπει να το πούμε ότι δεν είναι δυνατόν να καλυφθούν επαρκώς δυο ταυτόχρονα συμβάντα σε αντίθετες πλευρές της περιφέρειας» ανάφερε ο εισαγγελέας για το σκέλος της κατηγορίας που αφορά στις επίγειες δυνάμεις που εστάλησαν και τη διαχείριση τους, που αφορά τους Σωτήρη Τερζούδη, Βασιλη Ματαθαιοπουλο, Γιάννη Φωστιέρη και Χρήστο Γλοφίνο.
«Μέχρι τις 17.30 έχουμε 9 πυροσβεστικά οχήματα και στη συνέχεια έφτασαν ακόμη 4 πυροσβεστικά μέσα, ενώ από τα συνολικά 12 τα 4 είναι στην περιοχή Νταού Πεντέλης.
Από το χρόνο εκδήλωσης μέχρι το τέλος τους συμβάντος έφτασαν 111 συνολικά οχήματα όλων των τύπων και κατηγοριών.
Σε ό,τι αφορά τις επίγειες δυνάμεις αποδεικνύεται ότι γίνεται στις 16.46 η πρώτη γνωστοποίηση και δόθηκε άμεσα εντολή για μετάβαση. Στις 16.48 στη Νέα Μακρη και 16.49 στην Αθήνα, υπήρξε και προσωπική επικοινωνία του Χρήστου Γκολφίνου», συμπλήρωσε μεταξύ άλλων περιγράφοντας τα σημεία που είχαν ξεσπάσει πυρκαγιές εκείνη την ημέρα.
Απαλλαγή για τη διαχείριση των επίγειων δυνάμεων
«Η απόφαση για τη διαχείριση των επίγειων μέσων ελήφθη από τον τέταρτο κατηγορούμενο Χρήστο Γκολφίνο και αυτόν αφορά η κατηγορία αυτή. Ο διευθυντής του 199 δύναται να κινητοποιεί δυνάμεις χαμέ δίκη του απόφαση χωρίς έγκριση του προϊσταμένου. Αυτό που αποδείχθηκε είναι ότι η απόφαση του υπάκουε σε μια επιχειρησιακή λογική δεδομένων των συνθηκών. Επίσης από κανένα σημείο της διαδικασίας δεν προέκυψε ότι υπήρχαν διαθέσιμοι πόροι που δεν αξιοποιήθηκαν. Όσοι πόροι ήταν διαθέσιμοι διατέθηκαν, λαμβάνοντας υπόψη ότι υπήρχαν δυο μεγάλα συμβάντα σε αντίθεση κατευθύνσεις» σημείωσε ο εισαγγελέας.
Ο ίδιος επεσήμανε ότι υπήρξε μια καταγεγραμμένη έλλειψη συντονισμού, αφού δεν υπήρχαν μέσα, αλλά υπήρχε και μη αποτελεσματική αξιοποίηση των μέσων. «Καταλήγω ότι η ευθύνη του ήταν να εξεύρεση πόρους και να τους διαθέσει. Από τη στιγμή που εστάλησαν ήταν ευθύνη των αξιωματικών. Καταλήγω ότι απόφαση του ήταν σύννομη και υπάκουε σε επιχειρησιακό σχεδιασμό. Ως προς το συγκεκριμένο σκέλος η κατηγορία δεν αποδείχθηκε και θα ζητήσω την απαλλαγή και των 4 κατηγορουμένων, του Χρηστου Γκολφινου γιατί δεν αποδείχτηκε και των Τερζούδη, Ματθαιόπουλου, Φωστιέρη γιατί δεν ήταν αρμοδιότητα τους».
Ο εισαγγελικός λειτουργός, εξηγώντας την κατάσταση που επικρατούσε γύρω στις πέντε το απόγευμα τόσο στη φωτιά στο Σουσάκι Κορίνθου όσο και σε εκείνη στην Ανατολική Αττική, είπε ότι ο επικεφαλής του ΕΣΚΕ, υποκύπτοντας ουσιαστικά στα αιτήματα που δέχθηκε από τον ιδιοκτήτη των διυλιστηρίων και από στέλεχος της επιχείρησης, έλαβε μία «παράτυπη, υπηρεσιακά εσφαλμένη απόφαση» για εκτροπή του ελικοπτέρου τύπου Σικόρσκι.
Τόνισε μάλιστα πως ήταν σε γνώση του η ενημέρωση από τη φωτιά στην Ανατολική Αττική, η οποία στις 17.30 κινούνταν ήδη απειλητικά προς σπίτια: «Ήταν γνωστό ότι εφόσον θα εισερχόταν στον οικιστικό ιστό η φωτιά, δεν θα μπορούσαν να επιχειρήσουν εναέρια». Υπογράμμισε μάλιστα ο εισαγγελέας πως η απόφαση για εκτροπή ήταν και δεοντολογικά εσφαλμένη «γιατί απέσυρε ένα μάχιμο μέσο, ενώ ήταν γνωστό πως σε λίγη ώρα δεν θα μπορούσαν να επιχειρήσουν». Ο εισαγγελέας τόνισε πως ζητά την ενοχή και του κ. Τερζούδη καθώς «οι αποφάσεις του Διοικητή του ΕΣΚΕ τελούν υπό την έγκριση του».
Σχολιάζοντας μάλιστα τη στάση του τότε αρχηγού της Πυροσβεστικής, ο κ. Μανιάτης είπε πως ο απόστρατος στον ανακριτή είχε επιχειρήσει να επιρρίψει ευθύνες στον κ. Φωστιέρη, λέγοντας πως ο συγκατηγορούμενος του τον εξαπάτησε με το θέμα της εκτροπής. «Είναι αδιανόητο ο αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος να εμφανίζεται ότι άγεται και φέρεται από τους υφισταμένους του. Ο κ. Τερζούδης, απολογούμενος στο δικαστήριο, είπε ότι εμπιστευόταν τον κ. Φωστιέρη. Ο κάθε κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να αλλάζει τη θέση του, ωστόσο και εμείς μπορούμε να κρίνουμε…» πρόσθεσε.
Ενοχή επίσης του κ. Φωστιέρη ζήτησε και για το σκέλος της κατηγορίας που αφορά την παράλειψη του να ζητήσει από την Αεροπορία Στρατού δύο Σινούκ που ήταν διαθέσιμα και θα μπορούσαν να συνδράμουν.
Παράλληλα, ο εισαγγελέας ζήτησε να μην αποδοθούν ευθύνες στους κατηγορουμένους Τερζούδη, Φωστιέρη και του τότε υπαρχηγού της Πυροσβεστικής Βασίλη Ματθαιόπουλου για το σκέλος της κατηγορίας που τους καταλογίζει πως δεν μερίμνησαν για τη διενέργεια εναέριας επιτήρησης καθώς, όπως είπε, «ελήφθη μέριμνα και έγιναν πτήσεις από τις 14.00 έως τις 18.00». Αντίστοιχα, έκρινε πως και για την κατηγορία που αφορά παράλειψή τους ώστε να μετασταθμεύσουν πτητικά ώστε να μην εμποδίζεται η κίνηση τους λόγω καιρού, πρέπει να απαλλαγούν: «Οι μετασταθμεύσεις που έπρεπε να έχουν γίνει, έγιναν. Οι παρενέργειες και δυσλειτουργίες που σημειώθηκαν οφείλονταν σε άλλους λόγους και όχι σε παράλειψη των τριών κατηγορουμένων».
Νωρίτερα ο εισαγγελέας είπε πως «δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι σε ζητήματα πυροπροστασίας και δασοπυρόσβεσης η ιστορία του τόπου χωρίζεται σε προ και μετά την 23η Ιουλίου 2018». Συνέχισε λέγοντας πως η πυρκαγιά στο Μάτι «υπήρξε η δεύτερη μεγαλύτερη τραγωδία σε αριθμό θυμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, υπήρξαν δεκάδες νεκροί, τραυματίες και εγκαυματίες μέσα σε μόλις 2,5 ώρες. Στις 23 Ιουλίου 2018, σε ένα συμβάν πολύ μικρής χρονικής διάρκειας, είχαμε περισσότερους από 100 νεκρούς».
Ο εισαγγελέας τόνισε πως «η συμφορά και το συμβάν που εξετάζουμε εμπέδωσε το δόγμα ότι πρώτιστη μέριμνα της πολιτείας είναι η με κάθε τρόπο και πάση δυνάμει προστασία της ανθρώπινης ζωής».
Στην έναρξη της αγόρευσης του είπε: «Προσεγγίζουμε το πέρας μιας μαραθώνιας διαδικασίας σε ένα μείζονος σημασίας συμβάν που καθόρισε την ιστορία του τόπου μας». Όπως είπε, αντικείμενο της δίκης είναι να εντοπιστεί «ποιος έφταιξε, τι έγινε λάθος για να καταλήξουμε σε αυτό το ολέθριο αποτέλεσμα» ενώ συμπλήρωσε πως η στόχευση είναι να «έχουμε μία δίκαιη δίκη και μία δίκαιη απόφαση που θα απαντήσει στο ποιος έφταιξε».
Αναλύοντας μία προς μία τις πράξεις ή παραλείψεις που καταλογίζονται σε καθέναν από τους κατηγορουμένους, ο κ. Μανιάτης ξεκίνησε την περιγραφή του για την επίμαχη μέρα, αναφέροντας όλα τα μετεωρολογικά δεδομένα που ήταν γνωστά στους επιτελικούς. Όπως ανέφερε, «η φωτιά αποδείχτηκε ότι ξεκίνησε 16.41 στην περιοχή Νταού Πεντέλης. Ο πλέον αξιόπιστος μάρτυρας υπήρξε το βιντεοληπτικό υλικό. Η πρώτη αναγγελία έγινε από δασοπυροσβέστες στις 16.46 και ακολούθησε κινητοποίηση προσωπικού. Ο δείκτης κινδύνου για την Αττική εκείνη την ημέρα ήταν βαθμού 4, δηλαδή πολύ υψηλός. Την ώρα έναρξης της πυρκαγιάς ο άνεμος ήταν 5 μποφόρ και έφτασε τα 8 και 9 μποφόρ. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις δεν κατόρθωσαν να περιορίσουν τη φωτιά και απέκτησε δυναμική, υψηλό ρυθμό απελευθέρωσης θερμότητας και εξελίχθηκε σε δύο μέτωπα».
Αναλυτικά με σημαντικότερα σημεία της εισαγγελικής αγόρευσης
Προσεγγίζουμε το πέρας μιας μαραθώνιας διαδικασίας σε ένα μείζονος σημασίας συμβάν που καθόρισε την ιστορία του τόπου μας». Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε την αγόρευση του ο εισαγγελέας της έδρας στη δίκη για την εθνική τραγωδία στο Μάτι, Παναγιώτης Μανιάτης.
«Δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι σε πολλά ζητήματα πυροπροστασίας πρέπει να μιλάμε για την περίοδο προ της 23η.7.2018 και μετά. Υπήρξε η δεύτερη μεγαλύτερη τραγωδία σε αριθμό θυμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, υπήρξαν δεκάδες νεκροί, τραυματίες και εγκαυματίες μέσα σε μόλις 2,5 ώρες. Στις 23 Ιουλίου 2018 σε ένα συμβάν πολύ μικρής χρονικής διάρκειας είχαμε περισσότερους από 100 νεκρούς» είπε ο εισαγγελέας και συμπλήρωσε:
«Το δικαστήριο σας και η εισαγγελική έδρα έχει ως αποστολή να δώσουμε την απάντηση στο ερώτημα «τι συνέβη εκείνη την ημέρα στην Ανατολική Αττική; Ποιος έφταιξε για να οδηγηθούμε σε αυτό το ολέθριο αποτέλεσμα;». Η υποθεση αυτή ξεκίνησε με περισσότερους κατηγορούμενους και στο εδώλιο οδηγήθηκαν τελικά 21. Έπειτα από δεκαπέντε μήνες διαδικασίας έχω να πω ότι καταβλήθηκε κάθε δυνατή προσπάθεια για τη διεξαγωγή μιας δίκαιης δίκης».
Όπως ανέφερε, «η φωτιά αποδείχτηκε ότι ξεκίνησε 16.41 στην περιοχή Νταού Πεντέλης. Ο πλέον αξιόπιστος μάρτυρας υπήρξε το βιντεοληπτικό υλικό. Η πρώτη αναγγελία έγινε από δασοπυροσβέστες στις 16.46 και ακολούθησε κινητοποίηση προσωπικού. Ο δείκτης κινδύνου για την Αττική εκείνη την ημέρα ήταν βαθμού 4, δηλαδή πολύ υψηλός. Την ώρα έναρξης της πυρκαγιάς ο άνεμος ήταν 5 μποφόρ και έφτασε τα 8 και 9 μποφόρ. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις δεν κατόρθωσαν να περιορίσουν τη φωτιά και απέκτησε δυναμική, υψηλό ρυθμό απελευθέρωσης θερμότητας και εξελίχθηκε σε δυο μέτωπα».
Έγινε η εναέρια επιτήρηση
Ο εισαγγελικός λειτουργός ξεκίνησε από την κατηγορία που αφορά τους Τερζούδη, Ματθαιόπουλο και Φωστιέρη σχετικά με το ότι δεν μερίμνησαν για εναέρια επιτήρηση. «Αποδείχθηκε ότι διαθέσιμο ήταν μόνο ένα πετζετέλ, ήταν το μόνο πτητικό μέσο που μπορούσε να διατεθεί από την πολεμική αεροπορία. Από πλευράς ΕΣΚΕ προκύπτει ότι αίτημα υποβλήθηκε στις 9.49 για την Ανατολική Αττική. Τελικά στις 10.22 το αίτημα για επιτήρηση από 14.00 έως 18.00 έγινε δεκτό. Η εναέρια επιτήρηση έγινε όπως αποδείχθηκε από τη διαδικασία. Το πετζετελ θα μπορούσε να πετάξει μόνο για δυο ώρες. Η λύση που προκρίθηκε για εναέρια επιτήρηση με αεροσκάφος της ΕΛΑΟ κατάφερε να καλύψει το διάστημα 14.00-18.00. Κατά συνέπεια θεωρώ ότι κατ’ αποτέλεσμα πραγματοποιήθηκε και κάλυψε» είπε ο εισαγγελέας εξηγώντας πως ως προς αυτό το σκέλος του κατηγορητηρίου πρέπει να απορριφθεί η κατηγορία.
«Δεν υπήρξε παράλειψη για τη μεταστάθμευση αεροσκαφών»
Αναφερόμενος στην κατηγορία που αφορά τη μη μεταστάθμευση αεροσκαφών, που αφορά τους Ματθαιόπουλο, Φωστιέρη και Τερζούδη, ο εισαγγελέας σχολίασε ότι «μεταστάθμευση δεν αφορά στα πυροσβεστικά ελικόπτερα και ως εκ τούτου δεν τίθεται ζήτημα μεταστάθμευσης», ενώ συμπλήρωσε ότι για αλλά πτητικά μέσα δεν υπήρχε δυνατότητα. Καταλήγοντας ο εισαγγελέας σημείωσε ότι «αποδείχθηκε ότι οι μετασταθμεύσεις που μπορούσαν να γίνουν, έγιναν. Δεν υπήρξε παράλειψη των τριών κατηγορουμένων».
Για την αξιοποίηση εναέριων μέσων
Ο εισαγγελέας περιγράφοντας λεπτομερώς όλες τις κινήσεις που έγιναν για την αξιοποίηση των εναέριων μέσων, που αφορά τους Τερζούδη, Ματθαιόπουλο και Φωστιέρη, έκανε ειδική αναφορά στην εντολή εκτροπής του ελικοπτέρου προς τη motor oil. «Το μέσο επιτήρησης έκανε λόγο για έρπουσα φωτιά και μάλλον ελεγχόμενη κοντά στις εγκαταστάσεις της motor oil. Ταυτόχρονα αποδείχθηκε ότι στο Νταού υπήρχε ένταση, δυναμική και επικινδυνότητα. Θα απειλούσε ανθρώπους και περιουσίες και αυτή η πληροφορία είχε φτάσει στο ΕΣΚΕ. Από πλευράς εναέριων μέσων η καταλληλότερη επιλογή ήταν τα ελικόπτερα. Ήταν γνωστό στο ΕΣΚΕ ότι επιχειρούσε μόνο ένα εναέριο μέσο στο Νταού. Αφού το μόνο εναέριο μέσο που υπήρχε στο Νταού, το ΕΣΚΕ γνώριζε ότι έπρεπε να αποχωρήσει για ανεφοδιασμό. Στη μια ώρα που μεσολάβησε η φωτιά άρχισε να κινείται απειλητικότερα προς τα δικαστήρια. Χρειαζόταν όμως πρόσθετη ενίσχυση; Εισφέρθηκαν αντικρουόμενες εκδοχές στη δίκη» είπε ο εισαγγελέας.
Ο ίδιος ομως ξεχώρισε ως «σημαντικότερο ότι ο επίγειος επικεφαλής δεν είδε και δεν διαπίστωσε ότι η φωτιά είχε μπει στο διυλιστήριο, ούτε ζήτησε τη συνδρομή μέσου. Προκρίνω την εκδοχή που εισφέρθηκε από εκείνον που ήταν ο πλέον υπεύθυνος. Αποδείχθηκε ότι ο Φωστιέρης έλαβε δυο κλήσεις από τον ιδιοκτήτη του διυλιστηρίου, επιφανή επιχειρηματία που του ζητά επιτακτικά εναέρια μέσα. Ο επιχειρηματίας όμως δεν βρισκόταν εκεί, μετάφερε την εικόνα από τους υπαλλήλους του. Φέρεται να του δήλωσε όμως ότι η φωτιά έχει εισέλθει στις εγκαταστάσεις. Όμως ποια θα έπρεπε να είναι δέουσα αντίδραση του; Να επιβεβαιώσει την πληροφορία που έλαβε».
Ο κ. Μανιάτης σημείωσε ότι συχνά άνθρωποι που δεν είναι υπηρεσιακοί παράγοντες και ζητούν εναέρια μέσα. «Είναι δυστυχώς συχνό το φαινόμενο διάφοροι παράγοντες επιφανείς και επώνυμοι να απευθύνονται στο ΕΣΚΕ για καταστολή πυρκαγιάς σε περιοχές ενδιαφέροντος τους. Αλίμονο αν τέτοια αιτήματα δεν αξιολογούνται και γίνονται δεκτά ανάλογα με τη βαρύτητα του ονόματος που τα ζητά. Πόσο μάλλον όταν τα εναέρια μέσα δεν είναι πεπερασμένα. Πρέπει να γίνεται αξιολόγηση με κριτήρια υπηρεσιακά. Δεν έπρεπε να ακούσει ένα μεγαλόσχημο επιχειρηματία και χωρίς να επιβεβαιώσει. Ήταν παράτυπη και επιχειρησιακά εσφαλμένη απόφαση. Ποιος ευθύνεται για την απόφαση αυτή; Ο τότε διοικητής του ΕΣΚΕ Ιωάννης Φωστιέρης, αλλά και ο τότε αρχηγός του ΠΣ Σωτήρης Τερζούδης» ανέφερε ο εισαγγελέας λέγοντας ότι η πράξη αποδείχθηκε μόνο για τους Φωστιέρη και Τερζούδη, και όχι για τον Βασίλη Ματθαιόπουλο.
Ως προς τη μη αξιοποίηση των ελικοπτέρων Φλόγα 1 και 2, ο εισαγγελέας σημείωσε πως «αποδείχθηκε ότι η μη αξιοποίηση των ελικοπτέρων Φλόγα δεν οφείλεται σε παράλειψη κάποιου, αλλά σε αντικειμενικούς παράγοντες που καθιστούσαν ανέφικτη την αξιοποίησή τους». Αντίστοιχα, ο εισαγγελέας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όσα εναέρια δεν χρησιμοποιήθηκαν, δεν ήταν παράλειψη, αλλά υπήρχαν υπηρεσιακοί ή άλλοι λόγοι που καθιστούσαν αδύνατη τη χρήση τους στην προκειμένη περίπτωση.
Ωστόσο, αναφερόμενος στα Σινούκ ο κ. Μανιάτης είπε «μόνο 2 ήταν διαθέσιμα στο αεροδρόμιο Μεγάρων, αλλά υπάρχει σφάλμα και αβλεψία ως προς το ότι για το ένα καθυστέρησε η υποβολή αιτήματος και για το άλλο δεν έγινε καθόλου. Η ευθύνη βαρύνει τους Τερζούδη και Φωστιερη».