Από τις 11 Οκτωβρίου και έως τις 8 Δεκεμβρίου, στο χώρο του Μουσείου Μπενάκη, παρουσιάζεται η φωτογραφική έκθεση του φωτογράφου Βασίλη Βρεττού,[1] που φέρει τον χαρακτηριστικά εύγλωττο τίτλο ’23/07/18,’ τίτλος που παραπέμπει, δίχως άλλη υπενθύμιση, στην ημερομηνία εκδήλωσης της πυρκαγιάς στο Μάτι της Αττικής, προσδιορίζοντας, καλλιτεχνικά-φωτογραφικά, αυτό που θεωρείται ως ‘πάγωμα’ του χρόνου σε μία συγκεκριμένη ημερομηνία, ήτοι την ημερομηνία ’23/07/2018, σε ένα εγκάρσιο σημείο όπου παύει να υφίσταται το κατά Μάρτιν Χαϊντέγγερ «ημερομηνιακό ενδεχόμενο»[2] (Datierbarkeit), και η ημερομηνία καθίσταται απτή, συγκεκριμένη και βιωμένη από τους κατοίκους της περιοχής όσο και από τον ίδιο τον φωτογράφο ο οποίος και είναι κάτοικος της περιοχής, ενέχοντας παράλληλα το ίδιο το φυσικό συμβάν.
Οι φωτογραφίες[3] της έκθεσης εκτίθενται διαλεκτικά όσο και μνημονικά, δίχως διάθεση ‘ωραιοποίησης’ της όλης συνθήκης ή ‘εξιδανίκευσης’ της, αναδεικνύουν, προσίδια, το περίγραμμα της καταστροφής που προξένησε η πυρκαγιά που εκκίνησε (τίτλος της έκθεσης) στις 23/07/2019, και τα ‘ίχνη’ της φθάνουν στο παρόν επιβαρύνοντας τη καθημερινότητα των κατοίκων της περιοχής,[4] συναρθρώνουν το ατομικό με το συλλογικό στοιχείο της κοινότητας, καθότι, διαμέσου της δικής του προσωπικής μνήμης που δύναται να ανατρέξει σε στιγμές της παιδικής του ηλικίας, ο Βασίλης Βρεττός αφήνει να διαρρεύσει η συλλογική καταστροφή που συμπεριλαμβάνει ανθρώπινες ζωές, οικίες-περιουσίες και το φυσικό περιβάλλον,[5] ανα-σημαίνοντας την καταστροφή στο Μάτι και στον οικισμό Νέο Βουτζά, σε δυστοπία, κάτι που διαφαίνεται και στις φωτογραφίες που αποτελούν το ‘σώμα’ της έκθεσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, το φωτογραφικό ‘σώμα’ της έκθεσης δια-κρατεί την μη-«κορεσμένη»[6] μνήμη της φυσικής καταστροφής, για να παραφράσουμε ελαφρά την Ρεζίν Ρομπέν, καταστροφή εμφανής στις κατεστραμμένες και μισο-γκρεμισμένες οικίες που αποτυπώνει ο φωτογραφικός φακός (ο ρεαλισμός συναρθρώνεται με το βίωμα),[7] προσιδιάζοντας προς την κατεύθυνση μεγέθυνσης της καταστροφής την στιγμή όπου εντός οικίας φωτογραφίζονται, σε στάση προσοχής και μίας άγνωστης προσμονής (κρατική ‘βοήθεια;) οι ιδιοκτήτες τους.
Είναι δε χαρακτηριστικό ως προ αυτό, η εμπρόθετη λήψη που επιτυγχάνει ο φωτογράφος, όταν απεικονίζει έναν ιδιοκτήτη εντός της κατεστραμμένης αλλά όχι εγκαταλελειμμένης οικίας του (η μνήμη, η ‘τραυματική’ μνήμη ευρίσκεται εντός οικίας),[8] να παρατηρεί επίμονα τον φωτογραφικό φακό, με ευδιάκριτα τα ‘ίχνη-στίγματα’ της πυρκαγιάς που κατέκαψε την οικία στους τοίχους της, με εμφανή και εκφραστικά ‘ανα-τυπωμένο’ από τον φωτογραφικό φακό το έντονο μαύρο χρώμα που εδώ εν προκειμένω, αναπαραγάγει άμεσα συμβολισμούς θανάτου και πένθους όντας όχι «σχεδόν μαύρο»[9] όπως αναφέρει το ένα σκέλος του τίτλου της γνωστής νουβέλας του Θανάση Βαλτινού ‘Μπλε Βαθύ, Σχεδόν Μαύρο,’ άλλα βιωματικά-εμπειρικά ‘μαύρο,’ ιδίως εάν η όλη διάσταση του συναρθρωθεί εννοιολογικά με την ψυχική κατάσταση του ιδιοκτήτη της οικίας που δεν δύναται να είναι παρά ‘μαύρη,’[10] ο οποίος και ‘σωπαίνει’ ώστε να ανα-κληθεί η απορία: ‘τι έλαβε χώρα στο Μάτι;’ Επαναπροσδιορίζεται αυτό που η λαϊκή κουλτούρα αναφέρει ως ‘το κακό που μας βρήκε’;
Διαμέσου του ‘μαύρου’ ωσάν ‘τραυματική’ συνθήκη, ο φωτογράφος Βασίλης Βρεττός δια-περνά τους επι-γενόμενους όρους της καταστροφής που μετέβαλλε βαθυ-δομικά τον οικιστικό ιστό της περιοχής, εστιάζει και παράλληλα νοηματοδοτεί μία εν γένει ‘μαύρη’ κατάσταση που εναρμονίζεται με το περιβάλλον και τον καιρό (ο ‘συννεφιασμένος ορίζοντας’), εναλλάσσει οπτικά (δημιουργώντας και τους ανάλογους συνειρμούς), εικόνες οικιών με ή και χωρίς ανθρώπινη παρουσία,[11] δεικνύοντας το πεδίο της φωτογραφίας της ‘μικρο-παρουσίας’.
Υπό αυτό το πρίσμα, υπό το πρίσμα μίας φωτογραφικής λειτουργίας που δεν ‘σοκάρει’ αλλά προβληματίζει, προσωπικά αντικείμενα που ευρίσκονται εντός οικίας, το φάσμα της απουσίας και του θανάτου, το διά-κενο που δύναται να αναπαραστήσει, ‘φορτισμένα,’ την ορμή της φωτιάς και της περικύκλωσης από την φωτιά που κατακαίει το σώμα και τον μόχθο που προηγήθηκε της δημιουργίας μίας οικίας, συνθέτοντας παράλληλα κολάζ που λειτουργώντας ‘διαφορικά,’ ως τεκμήρια μίας εποχής συστηματοποιημένης κρίσης, συγκροτούν αυτό που εκφράζεται ως φωτογραφική και, σε αυτό το πλαίσιο, ως ‘συνειδησιακή ροή’.
Φωτιά και καπνός, ερείπια και θάνατος, μνήμη που σχηματοποιεί εκ νέου ή αλλιώς, από την αρχή το ‘αρχείο’: ‘ό,τι χάθηκε, ήταν (και ενέχει σημασία ο χρόνος-χρονικότητα) και δικό μου, κατάλοιπο μίας ζωής που εκφράσθηκε στην οριακότητα της, σε φλεγόμενες οικίες και σε απότομους γκρεμούς στη θάλασσα.’
Η πυρκαγιά στο Μάτι Αττικής και ό,τι επέφερε, καθίστατο η σημαντικότερη καταστροφή της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, εγκολπώνεται τις σημάνσεις ή αλλιώς, τις ίδιες συνδηλώσεις της έλλειψης εν-συναίσθησης από την τότε συγκυβέρνηση ‘Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς’ και ‘Ανεξαρτήτων Ελλήνων’ που ανεστραμμένα, διαμεσολαβείται και ως άρθρωσης ενός λόγου που τείνει στην ιδιαίτερη ‘απο-ηθικοποίηση’ των κατοίκων που ‘χτίζουν σπίτια’ δίχως κανόνες (η ‘άναρχη δόμηση’ κατά τον πρώην υπουργό Εθνικής Άμυνας Πάνο Καμμένο),[12] αναπαράγοντας οι ίδιοι το μέγεθος του προβλήματος (πυρκαγιά), εγγράφοντας ζεύγη αντιθέσεων: η έλλειψη εν-συναίσθησης και η πατερναλιστικής υφής ‘κατάβαση’ του ‘Μεγάλου Τιμονιέρη’[13] στο αρχηγείο της πυροσβεστικής, οι λόγο περί αποκατάστασης και η απουσία πρόνοιας, η ένταση και η φορά της πυρκαγιάς και η ζωή που αναζητεί διέξοδο.
Ενάμιση χρόνο μετά την καταστροφή, ο φωτογραφικός φακός του Βασίλη Βρεττού, αντανακλά τις όψεις της συντελούμενης δυστοπίας, μεταβαίνει στο χάσμα που ανάγεται στο χρόνο (23/07/2018), επισημαίνοντας, μέσω μίας αλληλουχίας ‘κλικ’ την, σύμφωνα με την αναλυτική του Alan Young, «ιστορικά προσδιορισμένη εμπειρία»[14] του μετατραυματικού συνδρόμου που κατατρύχει μέρος των κατοίκων του οικισμού.
Η καταστροφή ‘ενσαρκώνεται’ στο χώρο, φωτογραφικά-καλλιτεχνικά ‘διαπραγματεύεται’ με τα μοτίβα της ιστορικής διάρκειας, φέρει την εμμένεια του ‘μητρικού’ που δεν θα ‘επιστρέψει,’ προσεγγίζοντας με μία ελαφρά παραλλαγή, του λόγου του Jacques Derrida, το «πλαίσιο που μπορεί πάντα να μιλά -αυτό-το ίδιο για τον εαυτό του».[15]
Πλέον, ζωές και μνήμες συμπλέκονται, δομώντας ένα σύμπλεγμα προθέσεων: ‘ποια δύναται να είναι η μορφή του θανάτου;’ Η φωτογραφία ως ‘πενθούσα’ αντίληψη της ιστορίας;’ ‘Ποιος είναι ο τρόπος (τροπικότητα) της υποκειμενικής εστίασης στο ‘μαύρο’ ως σημαίνουσα μελαγχολία που αποδίδει την δική την αίσθηση του χρόνου;’ Εάν ο χρόνος έχει ‘παύσει’ σε ένα σημείο (23/07/2018),[16] η φωτογραφία δύναται να τον αναπαραστήσει, αναγνωρίζοντας τις ‘διαφάνειες’ της μνήμης όταν αυτή συναντά ή μεταβάλλεται σε ‘επωδυνότητα,’ σε ‘ίζημα’ μίας γλώσσας που ενυπάρχει οικεία, δηλαδή θανατικά ως ίδιος τρόπος του ‘υπάρχω’ (κοινωνιο-οντολογία).
Στη φωτογραφική ‘εργασία’ του Βασίλη Βρεττού, το βλέμμα και η εστίαση σε χώρους ζωτικούς (οικίες) συναντούν την μνήμη, συνθέτοντας ένα ολιστικό ‘αφήγημα’ που λειτουργεί με αντίθετη φορά, επιστρέφοντας εκεί όπου ‘εκκίνησαν όλα’: ’23/07/2018′ ως κλήτευση τόπου και νεκρών με την φωτογραφία να διατηρεί κάτι από την πραγματικότητα της καταστροφής.
Σίμος Ανδρονίδης
Υποψήφιος Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών Α.Π.Θ
[1] Βλέπε σχετικά, ‘ «23.07.2018»: Ο Βασίλης Βρεττός φωτογραφίζει το καμένο Μάτι,’ Ενημερωτική-Δημοσιογραφική Ιστοσελίδα ‘In.gr,’ 10/10/2019, https://www.in.gr/2019/10/10/culture/texni/23-07-2018-o-vasili-vrettos-fotografizei-kameno-mati/ Το ‘πνεύμα’ του συγκεκριμένου φωτογραφικού εγχειρήματος, διέπεται από τα χαρακτηριστικά της ανάδειξης της ευρύτητας της φυσικής καταστροφής και των προεκτάσεων που αυτή είχε στους κατοίκους του Ματιού και του Νέου Βουτζά Αττικής, αναπαράγοντας την αισθητικής της ‘εύτακτης’ όψης: όσο ασύμμετρη υπήρξε η καταστροφή, χαρακτηριστικά ‘εδαφοποιημένη’ σε κατεστραμμένα σπίτια (ο ‘προνομιακός’ χώρος της φωτογράφισης), τόσο (αντιφατική ‘συνδεσιμότητα’) το διακύβευμα από πλευράς φωτογράφου, καθίσταται η φωτογράφιση, ήτοι η ανάδειξη των κεντρικά (εντός οικισμού) συστηματοποιημένων προεκτάσεων της, συμπυκνωμένων σε μία σειρά ‘εύτακτων’ φωτογραφιών.
[2] Αναφέρεται στο: Derrida Jacques, ‘Κριοί. Διάλογος ατέρμων. Μεταξύ δύο απείρων, το ποίημα,’ Πρόλογος-Μετάφραση: Αγκυρανοπούλου Χρυσούλα, Επίμετρο: Βέλτσος Γιώργος, Εκδόσεις Ίνδικτος, Αθήνα, 2008, σελ. 52.
[3] Μία ενδεικτική φωτογραφία του project, είναι αυτή όπου εντός ενός κατεστραμμένου τοπίου, με το λευκό χρώμα των τοιχίσκων να διακόπτεται από ‘πινελιές’ μαύρου, ορθώνεται ο ιερός ναός του οικισμού, έντονα λευκού χρώματος σε φόντο ενός ‘συννεφιασμένου ουρανού’ που στέκει απειλητικά έως κυκλωτικά, σημασιοδοτώντας το μεταιχμιακό σημαίνον της ‘εξιλέωσης’: ‘που ευρίσκεται η ‘εξιλέωση;’ Ορθωμένος στον ευρύτερο περίγυρο, ως σημείο κοινοτικού ‘συναγερμού’ και αξίωσης της μνήμης των υποκειμένων, νεκρών αλλά ζώντων, ο ιερός ναός, σε μία μετα-αποκαλυπτική στιγμή, δίδει βάθος στο διττό μαύρο χρώμα, του καμένου και του ορίζοντα ως ‘καμένου’ ορίζοντα, ήτοι ‘δίχως μέλλον.’
[4] Το Μάτι δύναται να διαμεσολαβήσει λειτουργίες μίας, κατά την αναλυτική του Γιώργου Βέλτσου, «κοινότητας απόντων», έννοια που σχετίζεται με τους νεκρούς της πυρκαγιάς τον Ιούλιο του 2018. Ακόμη και κάθε οικία που αποτυπώνεται φωτογραφικά, δύναται να φέρει τον και τους δικούς της νεκρούς, εκεί όπου η μνήμη και η μνημονιο-πολιτική (Αθηνά Αθανασίου), απαντάται στους μαύρους τοίχους που υπενθυμίζουν το πέρασμα της πυρκαγιάς. Με έναν ιδιαίτερα εύγλωττο τρόπο, διαρρηγνύονται οι συμβολισμοί της ηλικιακής κατανομής: ο θάνατος επενεργεί σφαιρικά. Βλέπε σχετικά, Derrida Jacques, ‘Κριοί. Διάλογος ατέρμων. Μεταξύ δύο απείρων, το ποίημα,’ Πρόλογος-Μετάφραση: Αγκυρανοπούλου Χρυσούλα, Επίμετρο: Βέλτσος Γιώργος…ό.π., σελ. 72.
[5] Βλέπε σχετικά, ‘ «23.07.2018»: Ο Βασίλης Βρεττός φωτογραφίζει το καμένο Μάτι…ό.π. Πάλι με φόντο τον μαύρο ουρανό ή τον ‘συννεφιασμένο ορίζοντα,’ επινοώντας μία ‘επαναληψιμότητα’ που συνδέει το παρελθόν με το παρόν, λειτουργώντας ως ‘διάκλειση’ του ‘κανονικού,’ ο Βασίλης Βρεττός προβαίνει στη λήψη ενός φυσικού τοπίου στο Μάτι που περιβάλλεται από μεγάλους κορμούς δένδρων και από έναν πυροσβεστικό κρουνό ιδιαίτερα φθαρμένο, ανα-καλώντας στη συλλογική μνήμη και στη δημόσια σφαίρα, αυτή την φορά την ‘ημερομηνία’: ‘23/07/2018,’ ημερομηνία που σημαίνει τον μετασχηματισμό του Ματιού σε ‘κρανίου τόπου,’ κάτι που σημειολογικά δεικνύουν τα αντικείμενα της φωτογράφισης. Το πένθος ως ορίζοντας, αξιο-θεμελιώνεται στην περιοχή.
[6] Αναφέρεται στο: Friedlander Saul, ‘Σκέψεις για τον Ναζισμό. Συνομιλίες με τον Stephane Bou, Μετάφραση: Καραμπελάς Γιώργος, Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 2019, σελ. 95. Η έννοια της Ρεζίν Ρομπέν χρησιμοποιείται, ελαφρά παραλλαγμένη, για να ανασύρει στην επιφάνεια αυτό που καθίσταται απτό και άμεσα βιωμένο, ήτοι μία μνήμη ευδιάκριτη παντού, από τις οικίες του οικισμού, έως τις καταστροφές στο μικρο-κλίμα της περιοχής, από τους δρόμους έως τα καμένα αυτοκίνητα και οικόπεδα, μνήμη που δεν είναι «κορεσμένη», αλλά, αντιθέτως, διάστικτη από αφηγήσεις όσο και από το ‘άλεκτο.’
[7] «Το φωτογραφικό οδοιπορικό του Βασίλη Βρεττού «23.07.18», αποτελεί μια ενδελεχή καταγραφή στον καμένο τόπο της παιδικής του ηλικίας και του ενήλικου βίου του. Μικρό διάστημα μετά την καταστροφική πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου 2018 στο Μάτι και τον Νέο Βουτζά, ο Βασίλης Βρεττός επισκέπτεται την περιοχή. Ο Βρεττός φωτογραφίζει τα σπίτια φίλων, γνωστών και αγνώστων οι περισσότεροι από τους οποίους μετρούν όχι μόνο εκτεταμένες υλικές ζημιές, αλλά και ανθρώπινες απώλειες». Ο Βασίλης Βρεττός φωτογραφίζει με βάση αυτό που έχει συγκρατήσει στη μνήμη του ως παιδική εικόνα και ηλικία, καθώς και με βάση τις προεκτάσεις μίας καταστροφής που συγγενεύει με την αντίστοιχη καταστροφή από πυρκαγιά στον νομό Ηλείας, το θέρος του 2007, στρέφοντας τον φακό του στην υποκειμενοποιημένη κλίμακα της καταστροφής, «επιλέγοντας», ουσιωδώς, την «επιλογή», για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο του Δανού υπαρξιστή φιλοσόφου, Σόρεν Κίρκεγκωρ, του να αναδείξει την ‘ιστορικοποίηση’ του συμβάντος, ήτοι να προσδώσει στο συμβάν τις πλέριες διαστάσεις του, κοινωνικά, πολιτικά, πολιτισμικά και περιβαλλοντικά. Βλέπε σχετικά, ‘ «23.07.2018»: Ο Βασίλης Βρεττός φωτογραφίζει το καμένο Μάτι…ό.π. Για την έννοια του Κίρκεγκωρ, Βλέπε σχετικά, Μιχαήλ Σάββας, ‘Επιλέγοντας την Επιλογή,’ στο: Μιχαήλ Σάββας, (επιμ.), ‘Homo Liber. Δοκίμια για την Εποχή, την Ποίηση και την Ελευθερία,’ Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα, 2016, σελ. 34.
[8] Βλέπε σχετικά, ‘ «23.07.2018»: Ο Βασίλης Βρεττός φωτογραφίζει το καμένο Μάτι…ό.π. Ο ιδιοκτήτης οικίας που διαφαίνεται στο βάθος της φωτογραφίας, παρατηρεί μέσα από το διά-κενο μίας αλλοιωμένης θύρας, ωσάν (προθετική ‘μεταφορά’) να αναζητεί το δικό του ‘πέρασμα,’ την δική του ‘Έξοδο,’ δίχως όμως να την επιχειρεί έμπρακτα: ‘πως να εγκαταλείψεις αυτό που είναι η γη σου, ο ‘βιό-κοσμος σου;’
[9] Βλέπε σχετικά, Βαλτινός Θανάσης, ‘Μπλε Βαθύ, Σχεδόν Μαύρο,’ Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 2015. Το διήγημα του Θανάση Βαλτινού περιλαμβάνει έναν έντονο υπαρξιακό χαρακτήρα, με την αφήγηση να είναι εξομολογητικής χροιάς, αναγνωρίζοντας ‘ανομολόγητα’ πάθη και ‘λάθη,’ ερωτικές εγκλήσεις, απουσίες και ‘συγγνωστές’ παραδοχές: «Αναρωτιέμαι τόσο τρεχαλητό δεν ήταν παρά μια προσπάθεια να ξεφύγω απ’ τον εαυτό μου».
[10] Εντός του φωτογραφικού ‘πράττειν’ ‘εφευρίσκεται’ η διάσταση του ποιητικού λόγου του Paul Celan: «Die Welt ist Fort», ήγουν, «ο κόσμος έφυγε ήδη, ο κόσμος χάθηκε από τα μάτια μας, ο κόσμος είναι εκτός μας, ο κόσμος αναχώρησε, αντίο κόσμε, ο κόσμος πέθανε, παρέρχεται ο κόσμος», όπως αναφέρει ο Jacques Derrida με σημείο αναφοράς την ποίηση του Paul Celan. Στο Μάτι, στο καμένο (εξαντικειμενοποιημένος προσδιορισμός, άραγε πως αυτο-προσδιορίζονται πλέον οι κάτοικοι; ), «Die Welt ist Fort», ο «κόσμος πέθανε» ως σώμα και ως πλήθος: μαζί (όπως στο οικόπεδο) και κάθε ένας χωριστά. Βλέπε σχετικά, Derrida Jacques, ‘Κριοί. Διάλογος ατέρμων. Μεταξύ δύο απείρων, το ποίημα,’ Πρόλογος-Μετάφραση: Αγκυρανοπούλου Χρυσούλα, Επίμετρο: Βέλτσος Γιώργος…ό.π., σελ. 43. Η οσμή του καμένου συνιστά οσμή χρόνου και ενός χώρου που περιλαμβάνει όλους όσοι τείνουν να προσλαμβάνουν τον χρόνο ως ένα και μοναδικό σημείο, μία ‘συναστρία’ αίσθησης: ‘23/07/2019.
[11] Βλέπε σχετικά, ‘ «23.07.2018»: Ο Βασίλης Βρεττός φωτογραφίζει το καμένο Μάτι…ό.π. Δύο προτομές μικρών παιδιών στέκουν εκτός της καμένης οικίας, με τον φακό να εστιάζει ‘κυκλικά, και ενίοτε με ‘μοναδική’ αίσθηση στη στάση του σώματος και στο βλέμμα της περίσκεψης: ‘τι υποκρύπτουν οι προτομές;’ Η καταστροφή ανα-διαμορφώνει την παρουσία τους εντός του περιβάλλοντος της οικίας. Πλέον, τελούν εν ‘αναμονή,’ υπενθυμίζοντας ως τοπόσημα στον και στους διαβάτες, το περίγραμμα, το σχήμα μίας πυρκαγιάς.
[12] Για τον πολιτικό λόγο που αρθρώνεται με όρους αταβιστικής θεώρησης (όταν δεν αποτελεί λόγο ‘μετάθεσης ευθυνών’) που σπεύδει να συμπεριλάβει οτιδήποτε το Μεταπολιτευτικά ‘αρνητικό,’ ανάγοντας την καταστροφή και τον θάνατο στο παρελθόν που ευρίσκει ‘εκτός’ την συγκυβέρνηση ‘ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ,’ βλέπε σχετικά, ‘Καμμένος στο BBC: Η αυθαίρετη δόμηση ευθύνεται για την τραγωδία στο Μάτι,’ Εφημερίδα ‘Η Καθημερινή,’ 26/07/2018, https://www.kathimerini.gr/976927/article/epikairothta/politikh/kammenos-sto-bbc-h-ay8aireth-domhsh-ey8ynetai-gia-thn-tragwdia-sto-mati.
[13] Το συγκεκριμένο υπόδειγμα δράσης και διαχείρισης (Αλέξης Τσίπρας) μίας κρίσης ή μίας κατάστασης ‘εκτάκτου ανάγκης,’ από τον πολιτικό που εκείνη την στιγμή εμβαπτίζεται στα νάματα της ‘υπευθυνότητας’ και της πολιτικής και ηθικο-πρακτικής ‘καθοδήγησης’ εγκαινιάσθηκε από τον πρώην πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής Τζορτζ Μπους Τζούνιορ, κατά την περίοδο των τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, ενώ στα καθ’ ημάς, ακολουθήθηκε ή προσαρμόσθηκε κατάλληλα από τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή το 2007, κατά την διάρκεια των πυρκαγιών στην Ηλεία.
[14] Αναφέρεται στο: Οικονόμου Λεωνίδας, ‘Στέλιος Καζαντζίδης. Τραύμα και συμβολική θεραπεία στο λαϊκό τραγούδι,’ Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2015, σελ. 15. Ο συγγραφέας του βιβλίου, θεωρητικά και επιστημολογικά, αναφέρεται στον πόνο και στις «διάφορες μορφές του» ως «σωματοποιημένες μορφές γνώσης» που ερείδονται στο ίδιο το συμβάν που λειτουργεί ως γενεσιουργός παράγοντας.
[15] Βλέπε σχετικά, Derrida Jacques, ‘Κριοί. Διάλογος ατέρμων. Μεταξύ δύο απείρων, το ποίημα,’ Πρόλογος-Μετάφραση: Αγκυρανοπούλου Χρυσούλα, Επίμετρο: Βέλτσος Γιώργος…ό.π., σελ. 39.
[16] Ορθά επισημαίνεται πως «οι καταγραφικές φωτογραφίες των ισοπεδωμένων τοίχων και των καμένων σπιτιών, των νεκρών δένδρων, των κατεστραμμένων αυτοκινήτων και των λιωμένων αντικειμένων αφηγούνται «ιστορίες μέσα στις ιστορίες» με διαυγή και σπαρακτική σαφήνεια, εν-αιωρούμενες στο βλέμμα και τη μνήμη μας για πολλή ώρα μετά». Βλέπε σχετικά, ‘ «23.07.2018»: Ο Βασίλης Βρεττός φωτογραφίζει το καμένο Μάτι…ό.π.