Άνω κάτω βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ, με τον «ελέφαντα στο δωμάτιο» να έχει όνομα και επώνυμο: Αλέξης Τσίπρας. Η χθεσινή συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας, που τυπικά θα έπρεπε να αποτιμήσει την παρουσία του κόμματος στη ΔΕΘ, εξελίχθηκε σε ένα άτυπο δημοψήφισμα για τις προθέσεις του πρώην πρωθυπουργού.
Ο πρώτος που έσπασε τη σιωπή ήταν ο Τρύφων Αλεξιάδης, από το στρατόπεδο Πολάκη. Με φράσεις που θύμιζαν τελεσίγραφο, δήλωσε ότι «σε όποιον δεν αρέσει ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ και το πρόγραμμά του, να φύγει τώρα και όχι να περιμένει να φτιάξει νέο κόμμα». Η τοποθέτηση αυτή άνοιξε το ντόμινο. Ο Γιώργος Παναγιωτόπουλος ζήτησε μάλιστα να υπογράψουν οι βουλευτές κοινό κείμενο ότι δεν σκοπεύουν να αποχωρήσουν, βάζοντας τον Τσίπρα στο στόχαστρο χωρίς να τον κατονομάσει.
Στον αντίποδα, η Φωτεινή Καρυστανάκη ξεκαθάρισε ότι θα παραμείνει στον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη κι αν ο Τσίπρας δημιουργήσει νέο φορέα. Την ίδια ώρα, ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος «έδειξε» προς συνεργασία με τη Νέα Αριστερά, αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η Κουμουνδούρου θα ξανακερδίσει τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης – δηλαδή με μαθηματικά βουλευτικών εδρών.
Η ένταση κορυφώθηκε όταν ο Γιάννης Ραγκούσης διαφώνησε ανοιχτά με Αλεξιάδη και Παναγιωτόπουλο, αποχώρησε από τη συνεδρίαση και ψήφισε μόνος κατά της εισήγησης, διαφωνώντας με το οικονομικό σκέλος του προγράμματος που παρουσίασε ο Σωκράτης Φάμελλος στη Θεσσαλονίκη.
Μέσα σε αυτό το κλίμα αλληλοκαχυποψίας, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Σωκράτης Φάμελλος, επιχείρησε να επαναφέρει την πειθαρχία, λέγοντας ότι «είναι αδιανόητο να μην ακολουθηθούν οι συνεδριακές αποφάσεις». Το πρόβλημα όμως για την Κουμουνδούρου δεν είναι μόνο ο Τσίπρας. Υπάρχει και ο φόβος ότι στελέχη που θεωρούνται «βαρίδια» στο εσωτερικό, μπορεί να βρουν νέο καταφύγιο στο πλευρό της Μαρίας Καρυστιανού, αν εκείνη προχωρήσει σε πολιτική πρωτοβουλία.
Η εικόνα είναι σαφής: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πια ενιαίο καράβι, αλλά ένα καράβι όπου άλλοι κοιτούν προς το τιμόνι του Τσίπρα, άλλοι προς τον Φάμελλο και άλλοι ήδη ψάχνουν σωσίβιο σε άλλες πολιτικές βάρκες. Το μόνο βέβαιο είναι πως το επόμενο διάστημα θα καθορίσει αν η Κουμουνδούρου θα παραμείνει ενιαίο κόμμα ή θα σπάσει σε κομμάτια που θα αναζητούν νέα πολιτική στέγη.



































