Στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας συνεχίζεται σήμερα η δίκη για το Μάτι κατά την οποία αναμένεται να καταθέσει η Βαρβάρα Βουκάκη.
Πρόκειται για τη σύζυγο του Γρηγόρη Φύτρου, που έχασε τη ζωή του μαζί με τα δυο παιδιά τους κατά τη διάρκεια της φονικής πυρκαγιάς.
Η Βαρβάρα Βουκάκη ήταν στη δουλειά της εκείνο το απόγευμα όταν έμαθε για την πυρκαγιά.
Ο συζυγος και τα δυο παιδιά της, η Εβίτα και ο Αντρέας της, βρίσκονταν στο εξοχικό της οικογένειας στο Μάτι. Στις 18.40 η κυρία Βουκάκη βρισκόταν στο αυτοκίνητό της προσπαθώντας να φτάσει προς την οικογένεια της. «Πού να έρθεις; Πού να μας βρεις; Καιγόμαστε δεν το καταλαβαίνεις;» της απάντησε ο σύζυγός της, μιλώντας μαζί της για τελευταία φορά.
«Συνέχισα να πηγαίνω προς το σπίτι όταν λίγο πριν από την Αγία Μαρίνα, συνάντησα δύο αστυνομικούς και δε με άφησαν να περάσω. Κατέβηκα και τους είπα ότι ψάχνω τα παιδιά μου και τον άντρα μου, ότι καίγεται το σπίτι μου να με αφήσουν να περάσω, αλλιώς θα περάσω από πάνω τους. Παντού υπήρχε σκοτάδι και μαυρίλα, όλα καμένα. Η αποκάλυψη του Ιωάννη. Ήξερα ότι ο Γρηγόρης ήταν μαχητής και θα έκανε τα πάντα για να σώσει τα παιδιά. Πήγα στο Κόκκινο Λιμανάκι. Φώναζα τα ονόματά τους. Πατούσα σε αποκαΐδια γύρω μου. Ήταν καμένα αυτοκίνητα και σε κάποια ήταν μέσα καμένοι άνθρωποι. Το καουτσούκ από τις σαγιονάρες που φορούσα είχε καεί. Δεν ήξερα που πατούσα. Παντού μύριζε καμένη σάρκα» είχε πει στην κατάθεσή της στον ανακριτή.
Όπως εξήγησε η ίδια, η μικρή Εβίτα μπορεί να είχε σωθεί αν είχαν κινηθεί άμεσα οι αρμόδιοι φορείς αφού δεν κάηκε, αλλά έπεσε στη θάλασσα στην προσπάθειά της να γλιτώσει από τις φλόγες, τραυματίστηκε αλλά δεν διακομίστηκε εγκαίρως στο Νοσοκομείο.
«Με ενημέρωσαν ότι υπάρχει ένα οικόπεδο, το λεγόμενο «οικόπεδο του θανάτου» στο οποίο είχαν βρεθεί νεκρά 26 άτομα. Κατευθύνθηκα προς τα εκεί. Όταν έφτασα σε εκείνο το σημείο στο οποίο είχα φτάσει πρώτη μαζί με ένα ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ, κατάλαβα ότι εκεί θα βρίσκονταν ο σύζυγος μου και ο γιος μου με το δεδομένο ότι λίγο πιο πάνω είχα δει παρατημένο το αυτοκίνητο του συζύγου μου. Δε με άφηνε κάνεις να περάσω. Μετά ήρθε και η αστυνομία. Εγώ ήμουν στην καγκελόπορτα, επέμενα να μπω μέσα αλλά μου έλεγαν ότι είναι όλοι καμένοι και υπάρχουν μόνο στάχτες. Όταν έμαθα ότι έχει περισυλλεγεί από το οικόπεδο ένας άντρας ο οποίος έφερε ένα τατουάζ με τα ονόματα των παιδιών μας, βεβαιώθηκα ότι είναι νεκρός και ο Γρηγόρης. Όταν τον είδα στο νεκροτομείο ήταν καμένος τελείως. Έδωσα DNA και μετά από 2-3 ημέρες ταυτοποιήθηκε με την Εβίτα και το Γρηγόρη. Μέχρι και την τελευταία στιγμή ήλπιζα ότι μπορεί ο Αντρέας να είναι ζωντανός και αγνοούμενος. Δυστυχώς με το δικό μου DNA ταυτοποιήθηκε και το δεύτερο παιδί μου ο Αντρέας ο οποίος ήταν πολύ λιγότερο καμένος από τον Γρηγόρη και ήταν με ανοιχτά μάτια. Το πρόσωπο του ήταν αναγνωρίσιμο».
Η οικογένεια της κυρίας Βουκάκη προσπαθώντας να σωθεί από τις φλόγες μπήκε στο οικόπεδο της οικογένειας Φράγκου.
«Εκεί δυστυχώς η φωτιά, που κινούνταν από δύο – τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις, τους πρόλαβε και τους εγκλώβισέ με αποτέλεσμα ο μεν σύζυγός μου να είναι ολοσχερώς καμένος, ο Αντρέας μου να φέρει λιγότερα εγκαύματα, ενώ η Εβίτα στην προσπάθεια της να σωθεί από τη φωτιά που την κυνηγούσε, έτρεξε προς τη θάλασσα προς διαφορετική κατεύθυνση και όταν έφτασε στο γκρεμό επέλεξε να πηδήξει στο κενό από ύψος 20 – 30 μέτρων» είχε καταθέσει η Βαρβάρα Βουκάκη.