Για να δείτε τα σημερινά θέματα πατήστε ΕΔΩ
Απαντήσεις
Γνωστό
Α1.
α. 1:Λ, 2:Σ, 3:Σ, 4:Λ, 5:Σ
β. 1: Ἅτε δὴ οὖν οὐ πάνυ τι σοφὸς ὢν ὁ Ἐπιμηθεὺς ἔλαθεν αὑτὸν καταναλώσας τὰς δυνάμεις εἰς τὰ ἄλογα · λοιπὸν δὴ ἀκόσμητον ἔτι αὐτῷ ἦν τὸ ἀνθρώπων γένος, καὶ ἠπόρει ὅτι χρήσαιτο.
2: ἔρχεται Προμηθεὺς ἐπισκεψόμενος τὴν νομήν
3: Ἀπορίᾳ οὖν σχόμενος ὁ Προμηθεὺς ἥντινα σωτηρίαν τῷ ἀνθρώπῳ εὕροι
4: Τῷ δὲ Προμηθεῖ εἰς μὲν τὴν ἀκρόπολιν τὴν τοῦ Διὸς οἴκησιν οὐκέτι ἐνεχώρει εἰσελθεῖν
5: καὶ ἐκ τούτου εὐπορία μὲν ἀνθρώπῳ τοῦ βίου γίγνεται
Β1. • Αναφορά ετυμολογική στο όνομα του Επιμηθέα
• Σχολιασμός των φράσεων : Ἅτε δὴ οὖν οὐ πάνυ τι σοφὸς ὢν ὁ Ἐπιμηθεὺς, ο Επιμηθέας αντικειμενικά (ἃτε οὐ ὢν:αιτιολογική μετοχή αντικειμενικής αιτιολογίας) ΄δεν ήταν σοφός.
• ἔλαθεν :του διέφυγε , συνεπώς ήταν επιπόλαιος.
• καταναλώσας :ξόδεψε , χωρίς τους απαραίτητους υπολογισμούς.
• καὶ ἠπόρει ὅτι χρήσαιτο :Δεν ήξερε τί να κάνει, αποδεικνύει την έλλειψη προνοητικότητας καθώς και τη δυσκολία ανάληψης ευθυνών στην αντιμετώπιση προβλημάτων. (ευθυνόφοβος)
• Ἀποροῦντι δὲ αὐτῷ :Ο ενεστώτας δείχνει τη διάρκεια στο γεγονός ότι δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα που δημιούργησε.
Β2. «ἔντεχνος σοφία»: το επίθετο «ἔντεχνος» υποδηλώνει αυτόν που είναι μέσα στα όρια της τέχνης, τον έμπειρο, τον επιδέξιο. Στη φράση «ἔντεχνος σοφία», η λέξη «σοφία» υποδηλώνει τη σοφία που εμπεριέχει την τέχνη, τη σοφία που συμπορεύεται με την τέχνη, τις τεχνικές γνώσεις. Αρχικά η έννοια της σοφίας έχει κυρίως να κάνει με τη δεξιότητα και την εμπειρία σε κάποια τέχνη, την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική, τη μεταλλουργία, την ιατρική, κ.τ.λ. Ο προσδιορισμός «ἔντεχνος» επιτρέπει εδώ στον Πρωταγόρα να διευκρινίσει, επομένως, πως αυτού του είδους τη σοφία εννοεί και όχι αυτή που συνδέουμε με τη γνώση των επιστημών και τη φιλοσοφία, δηλαδή τις θεωρητικές γνώσεις. Ως προς τις καλές τέχνες, η έντεχνη σοφία δεν σχετίζεται με τη σύλληψη της ιδέας ενός καλλιτεχνικού έργου, αλλά με την αναγκαιότητα χρήσης τεχνικών γνώσεων και εργαλείων για τη δημιουργία κάποιων από αυτά (πχ. Αρχιτεκτονική, γλυπτική). Κατανοούμε, λοιπόν, τον όρο ως τεχνογνωσία, η οποία επιτρέπει στον άνθρωπο να προβεί σε επινοήσεις και εφαρμογές σωτήριες για τη ζωή του που προωθούν την εν γένει παρουσία του στον κόσμο. Ειδικότερα, η τεχνογνωσία συνδέεται με τις τεχνικές δεξιότητες και την κατασκευαστική ικανότητα του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι σε θέση να συλλάβει και να οργανώσει τη διαδικασία της εργασίας, η οποία συμπυκνώνει με τον καλύτερο τρόπο το άλμα του πρώην, απλώς «ζωικού οργανισμού» σε ήδη άνθρωπο που αποδεσμεύεται σταδιακά από τις αλυσίδες της βιολογικής νομοτέλειας και προ-νοεί για τις επόμενες στιγμές της ζωής του. Συνδεδεμένη με τη διαδικασία της εργασίας είναι η διαδικασία κατασκευής και επινόησης, καλλιέργειας και αγωγής. Με την κατασκευαστική και επινοητική ικανότητα ο άνθρωπος δίνει υπόσταση στους σχεδιασμούς του και τα ευρήματα του νου του, κατασκευάζοντας σπίτια, σκεύη, εργαλεία, όπλα, αλλά και προβαίνει σε επινοήσεις συμβολικών συστημάτων όπως η γλώσσα, η γραφή, η αρίθμηση, που διευρύνουν τα όρια της ελευθερίας του σε σχέση με τη βιολογική αιτιότητα. Με την καλλιέργεια (γης, γραμμάτων, τεχνών και καλών τεχνών) και την αγωγή διαμορφώνει σκόπιμα τις προϋποθέσεις για παραγωγή έργων και μέσων και για νέες δημιουργίες μέσα από την αξιοποίηση εργαλείων και γνώσεων τεχνικής. Όμως, η συνολική διαδικασία γίνεται συγχρόνως και τρόπος αγωγής της φύσης του, τρόπος εξέλιξης και διαμόρφωσής του, καθώς περιέρχεται στη θέση να ελέγξει τα πάθη του, να τιθασεύσει το ένστικτο και να οργανώσει τις άμυνες του εαυτού του στον αγώνα επιβίωσης. Τα δώρα του Προμηθέα συνετέλεσαν στο να αποκτήσει ο άνθρωπος «τὴν περὶ τὸν βίον σοφίαν», χρήσιμες δηλαδή γνώσεις, προκειμένου να αντισταθμίσει τις ελλείψεις των εφοδίων που είχαν δοθεί στα υπόλοιπα έμβια όντα. Ο Πρωταγόρας όμως θεωρεί σκόπιμο να αναφέρει στο σημείο αυτό της αφήγησης ότι ο Προμηθέας δεν μπόρεσε να δώσει στους ανθρώπους την πολιτική τέχνη, το υψηλότερο και καλύτερο δώρο, φυλαγμένο από τον ίδιο τον Δία, αλλά με την πράξη κλοπής περιορίστηκε στο δώρο της τεχνογνωσίας, ευεργετικό βέβαια, αλλά κατώτερο. Γίνεται σαφές ότι η πολιτική τέχνη είναι ανώτερη κατάκτηση, η οποία στον μύθο χαρακτηρίζει την κοινότητα των θεών και όχι των ανθρώπων, και αποτελεί στοιχείο εξουσίας του Δία απέναντι στους άλλους θεούς και τον κόσμο. Η παρουσίασή τους ως δώρων των θεών και όχι ως ανακαλύψεων του ανθρώπου μπορεί να θεωρηθεί και ως ένδειξη σεβασμού προς αυτούς και προσπάθεια αποφυγής ύβρης εκ μέρους των ανθρώπων. Ιδιαίτερης σημασίας είναι η άποψη που συνάγεται από τον μύθο και αποδίδεται στον Πρωταγόρα ότι στην προϊστορία του ανθρώπινου γένους προηγήθηκε η κατάκτηση τεχνικής πρόσφορης για τον βιοπορισμό του και ακολούθησε η κατάκτηση της πολιτικής τέχνης. Άρα η κατάκτηση της τεχνικής από τον άνθρωπο, που χαρακτηρίζεται σαν τιτανική πράξη κλοπής, συνέβη σε μια πρώιμη φάση, προκοινωνική και δείχνει τις τότε δυνατότητες του ανθρώπινου πνεύματος. Αντίθετα, η πολιτική ήταν ακόμη απρόσιτη σχεδόν στο ανθρώπινο πνεύμα και κατακτήθηκε σε υστερότερη στιγμή της ιστορίας του ανθρώπου και αφού είχαν διαμορφωθεί οι κατάλληλες συνθήκες.
Β3. α.Σ, β.Σ, γ.Λ, δ.Σ, ε.Λ
Β4. εἱμαρμένη: μερίδιο ἐξιέναι:εισιτήριο ἒσχε:σχήμα κλέπτει: κλεψύδρα λαθών:λήθη
Β5. Προμηθέας ο φιλάνθρωπος θεός.Θυσιάζεται για το ανθρώπινο γένος υπομένοντας το φρικτό του μαρτύριο δεμένος στο βράχο. Σε α ενικό πρόσωπο στον Προμηθέα Δεσμώτη ομολογεί τις αγαθοεργίες του : «τι τέχνες και τεχνάσματα σκαρφίστηκα» οικειοποιείται την ιατρική τέχνη, «τα πολυάριθμα είδη της μαντικής ταξινόμησα…απ’τα όνειρα ξεχώρισα…κι ερμήνευσα τα αινίγματα» παρουσιάζεται ως καθοδηγητής των ανθρώπων στη μαντική. Στους στίχους 500-503 η εύρεση και η επεξεργασία των μετάλλων είναι και αυτή δική του υπόδειξη στους ανθρώπους. Δικαίως διατυπώνει πως «όλες οι τέχνες οι ανθρώπινες είναι δωρεές του Προμηθέα». Στον Πρωταγόρα ήλθε να ελέγξει την μοιρασιά «ἐπισκεψόμενος τήν νομήν». Η αμηχανία του Επιμηθέα γίνεται δικό του πρόβλημα «Ἀπορίᾳ οὖν σχόμενος ὁ Προμηθεὺς ἥντινα σωτηρίαν τῷ ἀνθρώπῳ εὕροι». Προβαίνει σε παράνομη πράξη για το καλό του ανθρώπου «κλέπτει…δωρεῖται…», «λαθών εἰσέρχεται». Γενναιόδωρα και χωρίς κάποιο αντάλλαγμα δίνει τα δώρα του στους ανθρώπους αδιαφορώντας για τις συνέπειες «δίδωσιν ἀνθρώπῳ» και γίνεται η αιτία ευπορίας στη ζωή των ανθρώπων «καὶ ἐκ τούτου εὐπορία μὲν ἀνθρώπῳ τοῦ βίου γίγνεται». Τέλος θα επωμιστεί και την ευθύνη για το λάθος του Επιμηθέα «δι᾽ Ἐπιμηθέα ὕστερον, ᾗπερ λέγεται, κλοπῆς δίκη μετῆλθεν». Άγνωστο
Γ1. Εγώ, βέβαια, δεν είμαι ειδικός (ή: είμαι απλός άνθρωπος), ξέρω όμως ότι είναι πάρα πολύ καλό να διδάσκεται κανείς την αρετή (ή: το σωστό) από την ίδια του τη φύση και κατά δεύτερον να τη (ή: το) διδάσκεται περισσότερο από όσους πραγματικά (ή: αληθινά) γνωρίζουν καλά κάτι σωστό παρά από όσους κατέχουν την τέχνη της εξαπάτησης. Ίσως λοιπόν δε μιλώ με λόγια σοφά και επιδέξια (ή: σαν αυτά των σοφιστών)· γιατί ούτε αυτό επιδιώκω.
Γ2. Ο Ξενοφών εκφράζει τις επικρίσεις του εναντίον των σοφιστών. Κατά τη γνώμη του, ενώ ισχυρίζονται ότι οδηγούν με τη διδασκαλία τους νέους στην αρετή, πετυχαίνουν το αντίθετο («φασὶ μὲν ἐπ’ ἀρετὴν ἄγειν οἱ πολλοὶ τοὺς νέους, ἄγουσι δ’ ἐπὶ τοὐναντίον»). Κατ’ αρχάς, δεν υπάρχει κάποιος που να τον έχουν οδηγήσει στην αρετή ούτε η διδασκαλία τους βασίζεται σε συγγράμματα που θα οδηγούσαν κάποιον στην αρετή («οὔτε γὰρ [ἂν] ἄνδρα που ἑωράκαμεν ὅντιν’ οἱ νῦν σοφισταὶ ἀγαθὸν ἐποίησαν, οὔτε γράμματα παρέχονται ἐξ ὧν χρὴ ἀγαθοὺς γίγνεσθαι»). Αντίθετα, μολονότι δημιουργούν προσδοκίες στους μαθητές τους ότι θα μάθουν κάτι σημαντικό, όσα γράφουν είναι αφενός ανούσια («περὶ μὲν τῶν ματαίων πολλὰ αὐτοῖς γέγραπται») και εξεζητημένα («τὰ μὲν ῥήματα αὐτοῖς ἐζήτηται»), αφετέρου τους οδηγούν σε ασήμαντες ηδονές και όχι στην αρετή (« αἱ μὲν ἡδοναὶ κεναί, ἀρετὴ δ’ οὐκ ἔνι»), με αποτέλεσμα να χάνεται χρόνος από το να μάθουν οι νέοι κάτι χρήσιμο («διατρίβειν δ’ ἄλλως παρέχει τοῖς ἐλπίσασί τι ἐξ αὐτῶν μαθήσεσθαι [μάτην] καὶ ἑτέρων κωλύει χρησίμων καὶ διδάσκει κακά»). Εστιάζουν περισσότερο στα λόγια παρά σε σοβαρές απόψεις, ενώ παράλληλα («ὑπὸ τῶν ἐξαπατᾶν τέχνην ἐχόντων»).
Γ3. α. ἄνδρα: ἄνδρας γράμματα: γράμμα ὅντινα: οὕστινας ὧν: οὗ β. ἑωράκαμεν: ἴδωμεν ἐποίησαν: ποιήσωσι(ν) παρέχονται: παράσχωσι(ν)
Γ4.α. Υπόθεση: εἰ ἔχοιεν: εἰ + ευκτική Απόδοση: οὐκ ἂν παιδεύσειε: δυνητική ευκτική Απλή σκέψη του λέγοντος Μετατροπή στο προσδοκώμενο: Υπόθεση: ἐάν, ἄν, ἤν + υποτακτική: ἐὰν ἔχωσι(ν) Απόδοση: οριστική μέλλοντα: οὐ παιδεύσει β. Η σύνταξη είναι παθητική και έχουμε φαινόμενο αττικής σύνταξης. Μετατρέπεται σε ενεργητική σύνταξη: Αὐτοὶ (ή: Οὗτοι) πολλὰ γεγράφασι(ν).
Εκπαιδευτικός Οργανισμός “ΟΡΟΣΗΜΟ” Ραφήνας
Φιλόλογοι Καινουργιάκης Ρένος – Σκούφου Θεοδώρα