Ο Θανάσης Βαλτινός, μια από τις πλέον διακεκριμένες μορφές της ελληνικής λογοτεχνίας και τέχνης, άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 92 ετών. Γεννημένος στην Καράτουλα Κυνουρίας, ο Βαλτινός βίωσε τις ταραγμένες περιόδους της Κατοχής και του Εμφυλίου, γεγονός που καθόρισε βαθιά την προσωπικότητά του και τη θεματολογία του έργου του. Η πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία έγινε το 1958, όταν το διήγημά του «Κατακαλόκαιρο» διακρίθηκε σε διαγωνισμό, ενώ η αναγνώρισή του εδραιώθηκε με το αφήγημα «Η κάθοδος των εννιά» το 1963.
Ο συγγραφέας, έχοντας έντονη παρουσία και στη θεατρική γραφή και το σενάριο, συνεργάστηκε με μεγάλους καλλιτεχνικούς φορείς, όπως το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν, και διακρίθηκε διεθνώς. Το 1984, κέρδισε το βραβείο σεναρίου στο φεστιβάλ των Καννών για την ταινία «Ταξίδι στα Κύθηρα» του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, ενώ το 1990 του απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος για το βιβλίο του «Στοιχεία για τη δεκαετία του ’60». Έλαβε επίσης το διεθνές βραβείο Καβάφη το 2001 και το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών «Πέτρος Χάρης» το 2002, καθώς και το χρυσό σταυρό του Τάγματος της Τιμής της Ελληνικής Δημοκρατίας το ίδιο έτος.
Το 1994, η κυκλοφορία του βιβλίου «Ορθοκωστά», που αναφερόταν στον Εμφύλιο Πόλεμο, προκάλεσε έντονες συζητήσεις, καθώς ο Βαλτινός επαναπροσδιόρισε με καίριο τρόπο τη μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας, κάτι που προκάλεσε αντιδράσεις, ειδικά από κύκλους της αριστερής διανόησης. Αργότερα, το 2012, τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για το σύνολο του έργου του.
Παράλληλα με τη συγγραφική του δραστηριότητα, ο Βαλτινός ανέλαβε θέσεις κύρους σε πολιτιστικούς οργανισμούς, διατελώντας γενικός διευθυντής της ΕΡΤ (1989-1990) και πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου (2005-2006). Η ενεργός πολιτική του στάση εκδηλώθηκε το 2011, όταν υπέγραψε το κείμενο «Τολμήστε!» που καλούσε σε ομόνοια τις πολιτικές δυνάμεις για την πορεία της χώρας στην Ευρώπη, μακριά από λαϊκισμούς.
Έργα του Θανάση Βαλτινού έχουν μεταφραστεί σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες και χαίρουν διεθνούς εκτίμησης. Μεγάλο μέρος της κληρονομιάς του θα παραμείνει ζωντανό, καθώς τα γραπτά του συνεχίζουν να απασχολούν, να εμπνέουν και να προκαλούν συζητήσεις γύρω από την ταυτότητα και την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας.