Έφεση άσκησε το δημόσιο στην απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου της Αθήνας που επιδίκασε αποζημίωση, ύψους 300.000 ευρώ για ψυχική οδύνη, στους συγγενείς μιας 77χρονης γυναίκας που περιλαμβάνεται μεταξύ των 104 θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι.
Στην έφεσή του το Δημόσιο χαρακτηρίζει τη φονική πυρκαγιά ως «περιστατικό ανωτέρας βίας» που έχει ομοιότητες με εκείνη του 2018 στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ.
Το Δημόσιο, μεταξύ άλλων, μιλά μεταξύ άλλων για «αιφνίδια μεταβολή του καιρού», «σπανιότητα και ιδιαιτερότητα της τόσο ραγδαίας αύξησης της έντασης των ανέμων σε τοπικό επίπεδο», «αντικειμενική αδυναμία πτήσης των εναέριων μέσων κατά τις απογευματινές ώρες του ένδικου δυστυχήματος λόγω καιρικών συνθηκών», «αντικειμενική αδυναμία κατάσβεσης του πύρινου μετώπου από τις εναέριες και επίγειες δυνάμεις λόγω της έντασης και του μεγέθους (πλάτους, ύψους) της πυρκαγιάς».
Παράλληλα, το Δημόσιο αναφέρει πως «κακώς το Πρωτοδικείο δέχθηκε τον αναπόδεικτο ισχυρισμό των αντιδίκων ότι η έλλειψη εισήγησης για εκκένωση προκάλεσε το ένδικο τραγικό αποτέλεσμα», αναφέροντας πως «από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι τυχόν εισήγηση του ΠΣ για οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση των κατοίκων θα μπορούσε χρονικά και τεχνικά να πραγματοποιηθεί και να ολοκληρωθεί πριν την έλευση του θερμικού κύματος που προηγείτο της φωτιάς, δηλαδή με ασφαλή και αίσια κατάληξη για τους κατοίκους». Επίσης, υποστηρίζει πως έλαβε μέτρα «άκρας επιμέλειας», ισχυριζόμενο πως «η πυροσβεστική υπηρεσία δεν αδράνησε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της, αλλά αντιθέτως επιστράτευσε άμεσα όλη τη διαθέσιμη δύναμη για την αντιμετώπιση της πυρκαγιάς. Παρά ταύτα, δεδομένου του τεράστιου πλήθους των ταυτόχρονων εστιών φωτιάς που εκδηλωνόνταν σε διάφορα σημεία στην επίδικη περιοχή και λόγω της ταχύτητας εναέριας και επίγειας μεταφοράς καυτρών, δεν κατέστη δυνατή αντικειμενικά η αντιμετώπιση όλων των περιστατικών…».
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες το δημόσιο αναφέρει πως ακόμα και αν το ΠΣ εισηγείτο την εκκένωση των πολιτών, δεν είναι βέβαιο ότι θα ολοκληρωνόταν επιτυχώς. «Είναι βέβαιο ότι και στην περίπτωση αυτή τα κρατικά όργανα Θα κατηγορούνταν για την εκκένωση, όπως σήμερα κατηγορούνται για την μία κένωση. Θα πρέπει να ληφθούν υπόψη επίσης κοιτάξεις ιδιαίτερα στοιχεία, τα οποία καθιστούσαν την κενού σε όλους επικίνδυνη και των λόγω ισχυρισμό των εναγόντων αβάσιμο : Δεν είχε υλοποιηθεί το σύστημα ειδοποιήσεις το 112, οι οδοί εντός και πέριξ των οικισμών Είναι μικρή και δαιδαλώδεις (χωρίς ρυμοτομία και με αδιέξοδα), Η πυρκαγιά εξαπλωνόταν με μεγάλη ταχύτητα κι από μεγάλο ύψος μέσω καυτρών (που δημιουργούσαν εστίες φωτιάς προς όλες τις πιθανές κατευθύνσεις εκκένωσης), η απόσταση από το μέτωπο της πυρκαγιάς έως την ακτογραμμή ήταν μόλις 5 χιλιόμετρα, οι άνεμοι έπνεαν με εντάσεις 10 και 11 μποφόρ, δεν υπήρχε ασφαλές καταφύγιο για τον πληθυσμό εκτός από τις οικίες και τα κτίσματα τα οποία θα εκκενώνονταν (με δεδομένο ότι δεν θα ήταν δυνατόν όλος ο πληθυσμός να χωρέσει στις ακτές)» τονίζει το δημόσιο.