spot_img
14.4 C
Rafina
Παρασκευή, 5 Δεκεμβρίου, 2025
spot_img

Κοκό Σανέλ, No.5 και Τρίτο Ράιχ: Πράκτορας των Ναζί, η ωφελιμίστρια που πλάγιασε με το Τέρας

 

 

 

Η ιστορία είναι πιο πεισματάρα από το στιλ — κι όταν ξήνεις την πατίνα ενός θρύλου, αναδύεται το ίχνος ενός αρώματος που δεν ξεθυμαίνει. Η Κοκό Σανέλ που γεννήθηκε σαν σήμερα ήταν φίλη των Ναζί.

Η Σανέλ γεννήθηκε Γκαμπριέλ Μπονούρ Σανέλ στις 19 Αυγούστου 1883, στο Σομούρ της Γαλλίας. Σήμερα, 19 Αυγούστου 2025, η επέτειος της γέννησής της μας βρίσκει —αναπόφευκτα— εκτεθειμένους στο ενοχλητικό παρελθόν της.

Η μυρωδιά του μύθου της δεν είναι μόνο το άρωμα που χάρισε στο 20ό αιώνα την πιο διάσημη φιάλη του, αλλά και η όξινη, σκοτεινή νότα της συνεργασίας με τους Ναζί κατακτητές.

Η Κοκό Σανέλ δεν ήταν απλώς η αρχιμηχανικός της «μικρής μαύρης τουαλέτας» και του αυστηρού ταγέρ που απελευθέρωσε το σώμα από τον κορσέ. Ήταν επίσης η γυναίκα που έμεινε στο Παρίσι της Κατοχής, που εγκαταστάθηκε στο ξενοδοχείο Ριτζ —εκεί όπου έστησαν το στρατηγείο τους Γερμανοί αξιωματούχοι— και που, όπως έδειξαν έγγραφα που αποχαρακτηρίστηκαν δεκαετίες αργότερα, καταγράφηκε από τη γερμανική αντικατασκοπία με αριθμό πράκτορα και κωδικό όνομα.

Η Σανέλ ήταν στην υπηρεσία των τεράτων και η επέτειος γέννησης της δεν είναι μόνο πρόσχημα μνήμης· είναι αφορμή να κοιτάξουμε κατάματα το παράδοξο: πώς η εμβληματική ιέρεια της γαλλικής κομψότητας έμπλεξε με το πιο τοξικό καθεστώς των καιρών της.

Aδημοσίευτο πορτρέτο της Κοκό Σανέλ από τον Ρίτσαρντ Άβεντον. Η Σανέλο στέκεται κάτω από μια πινακίδα που γράφει Pourquoi Hitler. Μη συνειδητοποιώντας πού είχε σταθεί, μόλις h Σανέλ είδε τη φωτογραφία, έξαλλη, απαγόρευσε στο περιοδικό Vogue να τη δημοσιεύσει. Πηγή: showstudio

Συγκάτοικος με το Τέρας

Η άνοδος της Γκαμπριέλ σε Κοκό είναι πια θρύλος: το εργαστήριο καπέλων το 1910, τα παραθεριστικά καλοκαίρια στη Ντωβίλ, η ανακάλυψη της ελευθερίας που χαρίζει ένα ζέρσεϊ, η πειθαρχία του ανδρικού κοστουμιού στο γυναικείο σώμα.

 

Η Σανέλ έκτισε ένα μανιφέστο κομψότητας που απέρριπτε τις περιττές διακοσμήσεις και λάνσαρε το «λιτό είναι πλούσιο». Το 1921 έρχεται το No 5, και τρία χρόνια αργότερα η επιχειρηματική συμφωνία με τους αδελφούς Πιερ και Πολ Βερτχάιμερ για την ίδρυση της Parfums Chanel.

Η συμφωνία, γενναιόδωρη για τη διεθνοποίηση του αρώματος αλλά φειδωλή για το ποσοστό της δημιουργού, θα γίνει αργότερα το μεγάλο της αγκάθι — και το κίνητρο της να καταγραφεί στις χειρότερες σελίδες της Ιστορίας.

Όταν, το 1939, κλείνει τον οίκο της με την αιτιολογία ότι «σε καιρό πολέμου δεν αγοράζει κανείς φορέματα», η Σανέλ δεν μπορούσε να φανταστεί το μέγεθος της διάψευσής της. Η ίδια, χρόνια μετά, θα το πει με ειλικρίνεια: «Ήμουν τόσο ανόητη… Μερικοί πουλούσαν φορέματα σε όλον τον πόλεμο». Η φράση μοιάζει με σπασμένο καθρέφτη που αντανακλά την αφέλεια και την ιδιοτέλεια μαζί -αυτό που η Κοκό Σανέλ ήταν.

 

Η Κατοχή βρίσκει την Κοκό στο Παρίσι. Κατοικεί στο Ριτζ, δίπλα στους Γερμανούς αξιωματούχους, και συνδέεται ερωτικά με τον Χανς Γκίντερ φον Ντίνκλαγκε —τον «Σπατς»— τύπο χαρισματικό, διπλωματικό, αλλά και πράκτορα της Άμπβερ, της γερμανικής Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών που διαδραμάτισε καίριο ρόλο στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους και ιδιαίτερα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όπου είχε αναδειχθεί σε αυτόνομη Υπηρεσία.

Σε εκείνο το περιβάλλον, όπου η υψηλή κοινωνία, η διπλωματία και η κατασκοπεία έστηναν ένα περίτεχνο βαλς, η Σανέλ δεν ήταν απλώς θεατής. Συμμετείχε στην αρχιτεκτονική του ίδιου του θανάτου.

Πράκτορας F-7124

Το 2011, ο Αμερικανός ιστορικός Χαλ Βον ξετυλίγει, με έγγραφα που βγήκαν από σκιές αρχείων, μια ιστορία που θα σόκαρε και τους πιο επιεικείς: η Κοκό καταγράφεται ως πράκτορας F-7124 της Άμπβερ, με κωδικό όνομα Westminster — ένα ειρωνικό νεύμα στον παλιό της εραστή, τον δούκα του Γουεστμίνστερ.

Η Βρετανίδα συγγραφέας Τζούντιθ Θέρμαν (στο New Yorker) θα υπογραμμίσει ότι οι φάκελοι που ήρθαν στο φως δείχνουν όχι μόνο τον αριθμό και το ψευδώνυμο, αλλά και απόπειρες «επιχειρήσεων» — απόπειρες που πήγαιναν πολύ πέρα από την παθητική συνύπαρξη στο Ριτζ.

Εκεί όπου ο μύθος γίνεται πιο δυσώδης είναι η ιστορία του No 5 στην Κατοχή. Η Parfums Chanel ήταν υπό τον έλεγχο της οικογένειας Βερτχάιμερ, Εβραίων επιχειρηματιών που είχαν ήδη διαγνώσει τη θύελλα και είχαν φύγει. Η Κοκό διακρίνει μια «ευκαιρία» μέσα στη νομική κόλαση της εποχής: επικαλούμενη τις «αριανικές» διατάξεις της κυβέρνησης Βισύ για την απογύμνωση των Εβραίων από περιουσίες, επιχειρεί να εκτοπίσει τους Βερτχάιμερ και να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο του αρώματος που θα όριζε έναν ολόκληρο αιώνα.

YouTube thumbnail

Μόνο που ο Πιερ Βερτχάιμερ είχε προλάβει να θωρακίσει την εταιρεία: είχε μεταβιβάσει προσωρινά τον έλεγχο στον Γάλλο βιομήχανο Φελίξ Αμιό, ώστε να θεωρείται «άριος» ονομαστικά και να γλιτώσει τη δήμευση. Η κίνηση του μπλόκαρε τα σχέδιά της Σανέλ.

Η Θέρμαν στο New Yorker θα σημειώσει ότι μέχρι και Αμερικανός αξιωματικός πληροφοριών, ο Χ. Γκρέγκορι Τόμας, κλήθηκε να αποτρέψει την προσπάθειά της να «αρειοποιήσει» το άρωμα προς όφελός της — λεπτομέρεια που δείχνει πόσο βαθιά μπήκε στον λαβύρινθο εξουσίας και καταστολής της εποχής.

Τα γαλλικά αρχεία πληροφοριών που ήρθαν στο φως μετά τον πόλεμο σκιαγραφούν μια γυναίκα «λυσσαλέα αντισημίτισσα», διατύπωση που δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες και που συνάδει με τον τρόπο που αξιοποίησε τους ναζιστικούς νόμους.

Όλα τα παραπάνω δεν είναι απλά «ψίθυροι» σε κομψά σαλόνια. Είναι καταγραφές κρατικών υπηρεσιών και μεταγενέστερων ερευνών που, αν μη τι άλλο, θέτουν τον πήχη της ηθικής αξιολόγησης εκεί που πρέπει.

Προδοσία

Το πιο κινηματογραφικό —και ίσως το πιο αμφιλεγόμενο— κεφάλαιο στη σκοτεινή ιστορία της Κοκό Σανέλ είναι η αποστολή Modellhut, η απόπειρα μυστικής διαμεσολάβησης μέσω Ισπανίας το 1943–44.

Η Σανέλ, στρατολογημένη από τους Ναζί, ταξιδεύει στη Μαδρίτη για να στείλει μήνυμα στους Βρετανούς περί «χωριστής ειρήνης» — ή, τουλάχιστον, αυτό υποδηλώνουν τα έγγραφα που ήρθαν στο φως.

Η Βέρα Μπέιτ Λομπάρντι, παλιά φίλη της και συνδετικός κρίκος με τους βρετανικούς κύκλους, τη συνοδεύει· εκεί, όμως, καταγγέλλει τη Σανέλ στους Βρετανούς ως Γερμανίδα κατάσκοπο, τινάζοντας την επιχείρηση στον αέρα. Πρόκειται για σκοτεινή υπόθεση, που αν και δεν οδήγησε σε θεαματικά αποτελέσματα δείχνει ότι η Κοκό κολύμπησε βαθιά στα γκρίζα νερά της Κατοχής κάνοντας συμφωνία με κάθε διάβολο που μπορούσε.

Εξορία, ειρωνεία

Στα χρόνια της Απελευθέρωσης, όταν το Παρίσι πανηγυρίζει, τα χρέη δεν είχαν κλείσει για όλους. Η Σανέλ ανακρίνεται το φθινόπωρο του 1944 από την Επιτροπή Εκκαθάρισης αλλά δεν ασκείται δίωξη εναντίον της.

Στις φωτεινές στήλες της μεταπολεμικής φημολογίας επιμένει μια σκιά: ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, ο παλιός γνώριμος, παρεμβαίνει ώστε να βγει από τη στενωπό χωρίς καταδίκη -αν και αυτό δεν αποδείχτηκε ποτέ γραπτά.

Η ίδια φεύγει για την Ελβετία, όπου θα μείνει μέχρι το 1953. Στο μεταξύ, η Parfums Chanel επιστρέφει ομαλά στους Βερτχάιμερ, όπως είχε συμφωνηθεί με τον Αμιό· κι όταν εκείνη αποφασίζει να ξαναμπεί δυνατά στην υψηλή ραπτική, είναι ο Πιερ Βερτχάιμερ που χρηματοδοτεί την «επανεκκίνηση», εξασφαλίζοντας τα εμπορικά δικαιώματα. Ιστορία ειρωνική όσο και γοητευτική: ο άνθρωπος που προσπάθησε να παραμερίσει, γίνεται ο ευεργέτης της επιστροφής της.

 

Για να καταλάβει κανείς το εύρος της ηθικής αμφισημίας, αρκεί να σταθεί για λίγο στο ίδιο το No 5, ένα προϊόν που ήταν και κώδικας πολιτισμού.

Στον πόλεμο, η μυθολογία του δεν εξαφανίζεται — αντίθετα, γίνεται έπαθλο νομικής μεθόδευσης, αντικείμενο κυριαρχίας. Η τυπική «αρειοποίηση» που επιχείρησε η Σανέλ συναντά την αντιπαράθεση ιδιοκτησίας, τα διεθνή κεφάλαια των Βερτχάιμερ και τη διπλωματία της αγοράς κάτω από την μπότα του κατακτητή.

Η όλη ιστορία είναι υποδειγματική για το πώς οι ναζιστικοί νόμοι έγιναν εργαλείο επιχειρηματικών φιλοδοξιών — και πώς μια δημιουργός που είχε μάθει να διαμορφώνει τον κόσμο στα μέτρα του δικού της γούστου, δοκίμασε να διαμορφώσει και τους κανόνες του.

Αντίπαλος Ντιόρ

Στην άλλη πλευρά της όχθης, ο Κριστιάν Ντιόρ ετοιμάζει, κάτω από τη σκιά της Κατοχής, το δικό του μανιφέστο αισθητικής. Δουλεύοντας στον οίκο του Λισιέν Λελόν, βλέπει από κοντά την προσπάθεια των Ναζί να ελέγξουν την παριζιάνικη ραπτική, ακόμη και να τη μεταφέρουν —κατά καιρούς— στο Βερολίνο ή τη Βιέννη.

Ο Λελόν αντιστέκεται, υποστηρίζοντας ότι η υψηλή ραπτική είναι όχι μόνο βιομηχανία αλλά εθνικό κεφάλαιο, κι έτσι παραμένει στο Παρίσι. Είναι ένα κομμάτι του παζλ που συχνά ξεχνάμε: η ναζιστική διοίκηση δεν αδιαφορούσε για τη μόδα—καταλάβαινε την προπαγανδιστική της ισχύ.

Όταν, λοιπόν, το 1947 ο Ντιόρ αποκαλύπτει το New Look, δεν λανσάρει απλώς μια καινούργια γραμμή· εγκαινιάζει μια μετάβαση από την εποχή της έλλειψης στην εποχή της αφθονίας. Τα φουρό, οι μεσάτες σιλουέτες, τα πλούσια μέτρα υφάσματος είναι μια αισθητική απάντηση στον λιτό, ανδρόγυνο κώδικα που η Σανέλ είχε ενθρονίσει προπολεμικά. Παράλληλα είναι και ένα ξόρκι. Μια τελετουργική απομάκρυνση από τη σκιά του πολέμου και την αστυνομία του γούστου που είχαν επιβάλει οι κατακτητές.

 

Το New Look θα κατηγορηθεί από ορισμένους ως αναχρονισμός που βάζει ξανά τον κορσέ στο σώμα και θα υμνηθεί από άλλους ως επιστροφή της χαράς, του παιχνιδιού, της υπερβολής -σε κάθε περίπτωση, είναι αδύνατον να το διαβάσεις έξω από το πολιτικό του συμφραζόμενο. Το New Look εννιέται από μια πόλη που μόλις βγήκε από την κατοχή, από εργαστήρια που γλίτωσαν από τη γροθιά των Ναζί, από μια βιομηχανία που θέλει να ξαναστηθεί στα πόδια της και να στείλει μήνυμα ότι η Γαλλία —και η γαλλική θηλυκότητα— είναι ζωντανές.

Η Σανέλ παρακολουθεί αυτή την αναγέννηση με ένα μείγμα ζήλιας και περιφρόνησης. Το 1954 επιχειρεί την επιστροφή της στην υψηλή ραπτική, ακριβώς για να απαντήσει στον Ντιόρ και στην κυριαρχία του.

Το ταγέρ της, με το ζακάρ τουίντ και τις καθαρές γραμμές, είναι η παλιά της υπόσχεση: ελευθερία κινήσεων, αξιοπρέπεια χωρίς φιοριτούρες. Αλλά το κοινό έχει μόλις μεθύσει από την υπερβολή του New Look· η πειθαρχία της Σανέλ, αν και διαχρονική, μοιάζει —στην αρχή— με ψυχρό, κλινικό, ντους.

Το κίνητρο

Οι λεπτομέρειες της κατασκοπείας είναι πειρασμός για κάθε αφηγητή και μελετητή της ιστορίας της Κοκό Σανέλ. Όμως, πέρα από τους κωδικούς και τις αποστολές, το βασικό ερώτημα είναι και οφείλει να παραμείνει ηθικό: τι έκανε η Σανέλ και γιατί;

Οι ιστορικοί που μελέτησαν τα αρχεία —από τον Χαλ Βον μέχρι τους συντάκτες του BBC History— συμφωνούν στα εξής: είχε πράγματι καταγραφεί ως «εμπιστευτική πηγή», η Κοκό Σανέλ ήταν πράκτορας στην υπηρεσία των Ναζί με ψευδώνυμο. Επίσης διατηρούσε στενό δεσμό με Γερμανούς αξιωματούχους και προσπάθησε με στρατηγική και επιμονή να εκμεταλλευθεί τους αντισημιτικούς νόμους για επαγγελματικό όφελος.

Αν και δεν έχουμε μια δικογραφία με «σιδερένιες» κατηγορίες και καταδικαστικές αποφάσεις, η «αθώωσή» της Κοκό Σανέλ δεν είναι αποδεικτικό «αγιότητας» αλλά προϊόν μιας μεταπολεμικής πραγματικότητας στην οποία οι λεπτές ισορροπίες ισχύος —και οι παλιές γνωριμίες— είχαν τον τρόπο τους.

Θα ήταν εύκολο να πούμε «ήταν και αυτή, όπως πολλοί, παιδί της εποχής της» -αλλά η ίδια εποχή έβγαλε ανθρώπους που αντιστάθηκαν στους Ναζί. Η Σανέλ επέλεξε να τους βοηθήσει.

YouTube thumbnail

Η Σανέλ σύμφωνα με τους ιστορικούς δεν ήταν δογματική, ούτε ιδεολόγος· ήταν ωφελιμίστρια με ατσάλινη βούληση. Ο αντισημιτισμός της δεν μοιάζει με αμηχανία, αλλά θέση -αυτό επιβεβαιώνεται από αρχεία που δεν επιδέχονται ωραιοποιήσεις.

Η περιώνυμη αίσθηση ελευθερίας που πρόσφερε στα γυναικεία κορμιά, ελάχιστη σχέση είχε με την ελευθερία των άλλων γύρω της. Τα ταγέρ της χειραφέτησαν, αλλά η ηθική της διαδρομή, στον πόλεμο, έβγαλε ρίζες σε έδαφος σκοτεινό.

Κι όμως, το έργο της υπάρχει — και θα συνεχίσει να υπάρχει γιατί είναι κομμάτι της αισθητικής μας. Το No 5 θα συνεχίσει να πωλείται με φρενήρη ρυθμό και οι τσάντες της με το χαρακτηριστικό διπλό C θα συνεχίσουν να υποδηλώνουν ένα κάποιο κύρος.

Ύφανση ιστορίας

Όμως η παρακαταθήκη της πολυτέλειας δεν ξεπλένει την ηθική, και η ηθική δεν εξαφανίζει το στιλιστικό αποτύπωμα της. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε —ως αναγνώστες, ως καταναλωτές, ως πολίτες— είναι να κρατάμε τα δύο αυτά νήματα μαζί, χωρίς το ένα να σπάει από το βάρος του άλλου. Η πραγματικότητα είναι φτιαγμένη από ύφασμα ριγέ.

Τίποτα από όσα αποκαλύφτηκαν με κρότο δεν ακυρώνει —ούτε όμως και δικαιολογεί— τη σκοτεινή διαπλοκή της με το ναζιστικό καθεστώς. Η τέχνη της ραπτικής δεν μπορεί να είναι ασπίδα αμνησίας.

Υπάρχει ένα ακόμη λεπτό θέμα που αξίζει να αναδυθεί. Η πολιτική οικονομία της μόδας στην Κατοχή. Οι Ναζί αντιλαμβάνονται την παριζιάνικη ραπτική ως κεφάλαιο προπαγάνδας, παρεμβαίνουν, απειλούν, διαπραγματεύονται.

Η πόλη δεν παύει να ράβει, έστω και με δελτία υφασμάτων. Ο Λελόν, με ισορροπίες ακροβασίας, κρατά τα εργαστήρια ανοιχτά· όσοι δουλεύουν στα ατελιέ αποφεύγουν σε ορισμένες περιπτώσεις την αναγκαστική εργασία στη Γερμανία. Η Σανέλ, αντί να γίνει ένας από τους εύθραυστους πυλώνες άμυνας της βιομηχανίας, επιλέγει έναν άλλο ρόλο: τον ρόλο της ατομικής διαπραγμάτευσης με τον ισχυρό.

Το χρέος

Δεν είναι απλό, ούτε και απαραίτητα ευχάριστο, να γράψεις για την Κοκό Σανέλ σήμερα, στην επέτειο των γενεθλίων της. Το όνομά της είναι κτήμα της ποπ κουλτούρας και της ιστορίας του ντιζάιν· η σκοτεινή της πλευρά, όμως, δεν είναι μια μικρή μουτζούρα στο άσπιλο προτρέτο της.

Δεν πρόκειται για μια ακόμη «αρνητική φήμη» που αμφισβητείται, είναι αλήθεια που επιβεβαιώθηκε από σύνολο τεκμηρίων που μυρίζουν πολιτικό καιροσκοπισμό.

Το να τα αναγνωρίζεις τη σκοτεινή ατζέντα της, δεν μειώνει το κατόρθωμά της να αλλάξει τον τρόπο που φοράμε τα ρούχα μας αλλά το τοποθετεί εκεί που ανήκει. Στην αρχειοθήκη της ανθρώπινης ιστορίας όπου το ταλέντο συνυπάρχει με την ηθική αμφιβολία.

Παράλληλα η ιστορία της Κοκό Σανέλ είναι μια υπόμνηση για το πώς οι δημιουργοί —όπως και οι κοινωνίες που τους αποθεώνουν— μπορούν να ευημερούν μέσα σε σκιές. Το ζητούμενο, για εμάς, δεν είναι να καταδικάσουμε αναδρομικά αλλά να κοιτάξουμε τα στοιχεία και να παραδεχτούμε την άβολη, δυσάρεστη συγκατοίκηση μεγαλοφυΐας και σκοταδιού.

Όταν κλείνει η φιάλη του No 5, απομένει μια οσμή που γλυκαίνει το δωμάτιο· κι όταν κλείνει ένα αρχείο, απομένει μια άλλη οσμή — πιο επίμονη. Το καθήκον της μνήμης είναι να ξεχωρίζει την πρώτη από τη δεύτερη, χωρίς να σβήνει καμία.

 

Αυτή την εβδομάδα

Κλειστά σχολεία, βρεφονηπιακοί-παιδικοί σταθμοί και ΚΔΑΠ στον Δήμο Μαραθώνος σήμερα Παρασκευή 5/12 – rpn

Κλειστά σχολεία, βρεφονηπιακοί-παιδικοί σταθμοί και ΚΔΑΠ στον Δήμο Μαραθώνος...

Ανακαλύψτε την αυθεντική γεύση στα ψητά του Μπάρμπα Βάγγου στην πλατεία Ραφήνας!

Στην καρδιά της Πλατείας Πλαστήρα, εκεί όπου οι μυρωδιές...

Κακοκαιρία «Byron»: Προσοχή στους κεραυνούς – LIVE η χαρτογράφηση της δραστηριότητας – rpn

  Μπείτε εδώ για να δείτε LIVE πού εκδηλώνονται ηλεκτρονικές εκκενώσεις   Η «Byron» δεν...

ΝΕΑ

Κακοκαιρία «Byron»: Προσοχή στους κεραυνούς – LIVE η χαρτογράφηση της δραστηριότητας – rpn

  Μπείτε εδώ για να δείτε LIVE πού εκδηλώνονται ηλεκτρονικές εκκενώσεις   Η «Byron» δεν...

Η γιορτινή POLIS έρχεται και δεν θα είναι τόσο αθώα όσο νομίζουν

Η εφημερίδα POLIS ετοιμάζεται να κυκλοφορήσει με το φύλλο 118,...

Χρήματα; Ποιο πορτοφόλι; Η Gen Z ζει μόνο με το κινητό

Η γενιά που μεγάλωσε με το smartphone στο χέρι...

RPN.GR