Τέμπη 2003: Η μαθητική εκδρομή που κατέληξε σε τραγωδία
Η λέξη «Τέμπη» έχει χαραχτεί στη συλλογική μνήμη της Ελλάδας με πένθος. Όχι μόνο για το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα του 2023, αλλά και για μια παλαιότερη, εξίσου τραγική ιστορία. Στις 13 Απριλίου 2003, ένα σχολικό λεωφορείο που μετέφερε μαθητές του Λυκείου Μακροχωρίου Ημαθίας συγκρούστηκε πλαγιομετωπικά με φορτηγό στα στενά της Παλαιάς Εθνικής Οδού Αθηνών – Θεσσαλονίκης. Η σύγκρουση στοίχισε τη ζωή σε 21 μαθητές και τραυμάτισε δεκάδες άλλους, αφήνοντας πίσω έναν ανείπωτο πόνο και ένα τεράστιο γιατί.
Το δυστύχημα σημειώθηκε στο 386ο χιλιόμετρο της ΠΑΘΕ, σε ένα επικίνδυνο και στενό τμήμα του δρόμου. Το φορτηγό που μετέφερε ξυλεία βγήκε από την πορεία του, πιθανώς λόγω υπερβολικού βάρους και κακής φόρτωσης, και πέρασε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας. Οι δοκοί που προεξείχαν από το ρυμουλκούμενο διέλυσαν κυριολεκτικά το πλάι του λεωφορείου, σκοτώνοντας ακαριαία τα παιδιά που κάθονταν εκεί. Το Μακροχώρι βυθίστηκε στο πένθος, ενώ όλη η Ελλάδα παρακολουθούσε συγκλονισμένη.
Η τραγωδία έφερε στην επιφάνεια χρόνιες παθογένειες: δρόμοι καρμανιόλες, καθυστερήσεις έργων, ανεπαρκείς έλεγχοι στα βαρέα οχήματα, και κρατική αδράνεια. Τα Τέμπη, πέρα από φυσικό πέρασμα, έγιναν σύμβολο εγκατάλειψης των υποδομών και μισοτελειωμένων έργων. Ο οδικός άξονας ΠΑΘΕ, που υποτίθεται θα ένωνε την Ελλάδα με ασφάλεια και ταχύτητα, βρισκόταν επί δεκαετίες σε ημιτελή κατάσταση, με αλλεπάλληλες εργολαβίες, κοστολογήσεις και καθυστερήσεις.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας «Το Βήμα» λίγες μέρες μετά την τραγωδία, το συγκεκριμένο σημείο της εθνικής οδού δεν πληρούσε ούτε τα βασικά κριτήρια οδικής ασφάλειας. Με πλάτος μόλις 9,5 μέτρα, ήταν αδύνατη η τοποθέτηση διαχωριστικού στηθαίου, ενώ η μορφολογία της περιοχής και οι περιβαλλοντικοί περιορισμοί είχαν καθυστερήσει κάθε σχέδιο αναβάθμισης. Η ανακατασκευή του δρόμου, η οποία τελικά περιελάμβανε σήραγγες και γέφυρες, μπήκε σε φάση μελέτης μόλις μετά την τραγωδία, κι αυτό με τη βοήθεια συγχρηματοδοτήσεων.
Όμως το ζήτημα δεν ήταν μόνο η ανεπάρκεια των υποδομών. Ήταν και οι ευθύνες προσώπων. Η ελληνική Δικαιοσύνη, μετά από εκτεταμένη έρευνα, απήγγειλε κατηγορίες κατά έξι ατόμων – οδηγός της νταλίκας, ιδιοκτήτες, υπεύθυνοι φόρτωσης και διευθυντικά στελέχη της εταιρείας. Η κατηγορία ήταν βαριά: διατάραξη ασφάλειας συγκοινωνιών με ενδεχόμενο δόλο και ανθρωποκτονία από αμέλεια κατά συρροή.
Η πρώτη δίκη ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2005 στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Βόλου. Οι εικόνες ήταν σπαρακτικές: συγγενείς των θυμάτων ξέσπαγαν σε κλάματα και αποδοκιμασίες, ενώ οι κατηγορούμενοι προσπαθούσαν να υπερασπιστούν τις πράξεις ή παραλείψεις τους. Οι μαρτυρίες, πολλές και φορτισμένες, φώτισαν τον τρόπο με τον οποίο είχε φορτωθεί η νταλίκα με νοβοπάν – χωρίς επαρκή στήριξη ή ασφάλεια.
Η απονομή δικαιοσύνης ήταν αργή, αλλά όχι ανελέητη. Μετά από αρκετές προσφυγές και αναβολές, το 2010 ο Άρειος Πάγος επικύρωσε τις ποινές. Ο οδηγός του φορτηγού καταδικάστηκε σε κάθειρξη 15 ετών και τριών μηνών. Οι ιδιοκτήτες και υπεύθυνοι της εταιρείας καταδικάστηκαν με ποινές από 11 έως 14 έτη, ενώ τα διευθυντικά στελέχη του εργοστασίου αντιμετώπισαν ποινές φυλάκισης από 3 έως σχεδόν 5 έτη.
Οι ποινές δεν έφεραν πίσω τα παιδιά. Δεν απάλυναν τον πόνο. Δεν έδωσαν απαντήσεις σε όσους αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν ένα τέτοιο δυστύχημα να συμβεί εν έτει 2003 σε μια ευρωπαϊκή χώρα. Αντίθετα, έθεσαν με οδυνηρό τρόπο το ερώτημα της πολιτικής και ηθικής ευθύνης: πώς ένα κράτος αφήνει το οδικό του δίκτυο σε τέτοια κατάσταση ώστε ένα φορτίο να μετατρέπεται σε φονικό όπλο; Πώς επιτρέπει την έλλειψη ουσιαστικών ελέγχων σε επικίνδυνα φορτηγά; Και πώς επιτρέπει στις υποδομές να καθυστερούν για δεκαετίες με μόνο άλλοθι τις προσφυγές ή τις ελλείψεις κονδυλίων;
Η υπόθεση Τεμπών του 2003 δεν ήταν απλώς μια τραγωδία. Ήταν ένα μνημείο συλλογικής αποτυχίας. Και ταυτόχρονα, μια αφορμή για μνήμη και επαγρύπνηση. Δύο δεκαετίες μετά, το ελληνικό κράτος ακόμη αγωνίζεται να θωρακίσει τη χώρα απέναντι σε τέτοιες συμφορές. Όμως κάθε φορά που περνάμε από τα Τέμπη, είτε με αυτοκίνητο είτε με τρένο, το μυαλό μας δεν μπορεί να μην ανατρέξει σε εκείνη τη μοιραία ημέρα του Απριλίου. Μια εκδρομή που δεν έφτασε ποτέ στο τέλος της. Μια νέα γενιά που χάθηκε πρόωρα. Μια τραγωδία που έγινε μάθημα, αλλά και προειδοποίηση.