Ήταν το 1965, όταν το BBC ζήτησε από τον σκηνοθέτη Πίτερ Γουάτκινς ένα ντοκιμαντέρ για τις συνέπειες ενός πυρηνικού πολέμου ανάμεσα σε ΗΠΑ και -τότε- Σοβιετική Ένωση, με αφορμή τα 20 χρόνια από την ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.
Ο γνωστός σκηνοθέτης όχι μόνο δεν αρνήθηκε την πρόταση, αλλά αποφάσισε να το κάνει όσο πιο ρεαλιστικά γινόταν. Το σενάριο έκανε λόγο για μια ολοκληρωτική πυρηνική επίθεση στη Βρετανία, που άφησε πίσω της εκατομμύρια νεκρούς και μια χώρα που μεταμορφώθηκε σε μια ραδιενεργή έρημο.
Για να δώσει περισσότερες δόσεις ρεαλισμού, ο Πίτερ Γουάτκινς αποφάσισε να προσλάβει στον ρόλο του εκφωνητή στο ντοκιμαντέρ τον Μάικλ Άσπελ – που εκείνη την περίοδο ήταν η φωνή του BBC. Ο γνωστός παρουσιαστής έδωσε στο φιλμ την απαραίτητη δραματική χροιά που ονειρευόταν ο σκηνοθέτης.
Έπρεπε να φτάσουμε στο 1985 ώστε το ντοκιμαντέρ του Γουάτκινς να προβληθεί στο βρετανικό δίκτυο, με αφορμή τα 40 χρόνια από την ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.

Απόφαση της κυβέρνησης το «κόψιμο»;
Και τώρα, έξι δεκαετίες μετά, η εκπομπή Michael Aspel Remembers… The War Game στο BBC προσπαθεί να αναλύσει τις θεωρίες πίσω από το «κόψιμο» του ντοκιμαντέρ το 1965.
«Ο Γουάτκινς πάντα πίστευε ότι πίσω από την απόφαση του δικτύου κρυβόταν η κυβέρνηση» θα πει ο Άσπελ, με πολλούς να έχουν την ίδια γνώμη.
Σε αρχειακό υλικό καταγράφεται ο τότε βουλευτής των Εργατικών Τόνι Μπεν να λέει ότι ήταν αυτός που έπρεπε να πει στο BBC να μην προβάλλει την εκπομπή «κάτι που μετάνιωσα μετά». Ενώ ο υπεύθυνος των ντοκιμαντέρ του δικτύου εκείνη την εποχή, Χάου Γουέλντον, υποστήριξε το 1983 ότι στην κυβέρνηση υπήρχαν φόβοι ότι η προβολή του θα ενίσχυε τις διαμαρτυρίες κατά των πυρηνικών.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Χιου Γκριν, όλα αυτά είναι ανακρίβειες. Ο τότε υπεύθυνος του καναλιού είχε τονίσει ουκ ολίγες φορές ότι οι πολιτικοί δεν ανακατεύτηκαν καθόλου και ήταν ξεκάθαρα δική του απόφαση. «Ήταν τόσο τρομακτικό το υλικό, που φοβόμουν πως κάποιος θα αυτοκτονούσε αν το έβλεπε».
Πάντως το φιλμ προβλήθηκε σε διάφορα διεθνή φεστιβάλ, ενώ το 1967 κέρδισε το βραβείο Όσκαρ ως το Καλύτερο Ντοκιμαντέρ της χρονιάς.




































